6/3/07

78. Μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα; [δανεισμός, α΄]

Τα Νέα, 2 Μαρτίου 2002

Όταν ένα ταπεινό συνοικιακό τοστάδικο ονομάζεται Ευεσθίω και οι Terror X Crew γράφουν και τραγουδούν χιπ χοπ σε αρχαία ελληνικά,* πόσα πια θαυμαστικά να βάλει κανείς στο κείμενό του αλλά και πόσα ερωτηματικά στην επωδό περί αφελληνισμού ή εξαγγλισμού της γλώσσας μας…

Πέντε ολόκληρες επιφυλλίδες (α, β, γ, δ, ε)μάς πήρε για να δούμε, μέσα από βασικότατους τομείς, όπως είναι η διασκέδαση (κινηματογράφοι, νυχτερινά κέντρα, εστιατόρια) και προπαντός η μουσική κουλτούρα, ότι, παρά τα επιμέρους κραυγαλέα φαινόμενα, δεν συντρέχει ειδικός λόγος ανησυχίας. Όταν πάλι στον τεχνοκρατικό π.χ. χώρο οι εταιρείες λιγώνουν τριτόκλιτες: Άνωσις και Δόμησις, έστω και λατινογραμμένες: Drasis, τι έμεινε να αναστατώνει τις νύχτες των ανήσυχων; Έμειναν οι δάνειες λέξεις, η πρες κόμφερανς, ο κόουτς και το μπρίφιγκ, το μπαρ, το σάντουιτς και το κονιάκ, το φαξ, το σέρφιγκ και το ιμέιλ (e-mail).

διαβάστε τη συνέχεια...

Δύσκολα μοιάζουν τα πράγματα με το δανεισμό, και, με τις λέξεις που σημείωσα ενδεικτικά, πήγα κατευθείαν στα βαθιά, υποδεικνύοντας τρεις κατηγορίες δάνειων λέξεων. Η πρώτη, για να ξεμπερδεύουμε, αποτυπώνει τον γνωστό μαϊμουδισμό, αυτό που λέμε «ξενομανία», με την εισαγωγή και τη χρήση ξένων λέξεων εκεί που προϋπήρχαν και υπάρχουν λέξεις ελληνικές, και μάλιστα σε κοινή, κοινότατη χρήση: κι έχουμε ξαφνικά «πρες κόμφερανς» για τη συνέντευξη τύπου, «κόουτς» για τον προπονητή, και «μπρίφιγκ» για την ενημέρωση. Όμως, οι άλλες δύο κατηγορίες θα ’πρεπε να αθωωθούν: οπωσδήποτε η δεύτερη, το μπαρ, το σάντουιτς και το κονιάκ, λέξεις με κάποια ηλικία ήδη, που έχουν διαδοθεί ευρύτατα, σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, χωρίς ποτέ να συναντήσουν αντίσταση καμία· και μέχρι νεωτέρας ας αθωωθεί και η τρίτη, το φαξ, το σέρφιγκ και το ιμέιλ, λέξεις έφηβες ακόμα –και αφού μοιάζει προς το παρόν απίθανο να γίνει στην κοινή χρήση το τοσοδούλι φαξ(συλλαβίστε παρακαλώ) τη-λε-ο-μοι-ό-τυ-πο, το ιμέιλ η-λε-κτρο-νι-κό τα-χυ-δρο-μεί-ο ή ήτα τα-χυ-δρο-μεί-ο,** και το σέρφιγκ ιστιοσανίδα, όσο κι αν αυτή τουλάχιστον είναι και «μαζεμένη» και εύηχη.

Είπα ότι βούτηξα κατευθείαν στα βαθιά, γιατί όλα μου τα παραδείγματα τα διάλεξα άκλιτες λέξεις, απροσάρμοστες, μια και εδώ παρουσιάζεται γενικότερη συμφωνία, ότι οι λέξεις που δεν προσαρμόζονται στο (φωνολογικό, μορφολογικό) σύστημα μιας γλώσσας αποτελούν όντως πρόβλημα –καταρχήν πρόβλημα θα προσθέσω εγώ, και παραταύτα όχι κίνδυνο σώνει και καλά.

Πέρα όμως από τις άκλιτες, υπάρχουν και άλλα δάνεια, λέξεις εμφανέστατα ξένες αλλά προσαρμοσμένες στο κλιτικό σύστημα, η καμπαρντίνα, το (ν)τεπόζιτο και η γκαρνταρόμπα,*** που επίσης μοιάζουν αναντικατάστατες, κι αυτές τις δέχονται τουλάχιστον οι μετριοπαθείς· πιο πίσω λέξεις που δύσκολα προδίδουν ότι είναι δάνειες, το άλικο και η ουτοπία· λέξεις υπεράνω υποψίας, όπως το πανδαιμόνιο και το μικρόβιο· και, ω της βλασφημίας σχεδόν, ο σίδηρος, η κάμηλος και ο χιτών.

Ας δούμε επιτροχάδην τα πράγματα από την αρχή. Πολύ αρχή. Ναι, ο οίνος, ο ίππος και η ναυς, το εγώ, το έχω και η μήτηρ, το ένα, δύο, τρία…, δέκα, εκατόν, ακόμα η θυγάτηρ, ο πατήρ, ο ωμός, ο στρατός, ο παχυλός, ο θήλυς, το άνθος, ο πεζός, ο τέκτων, ο πεζός και η άρκτος, όπως διαβάζουμε π.χ. στη Σύντομον ιστορίαν της ελληνικής γλώσσης του Γ. Ν. Χατζιδάκι, είναι ήδη λέξεις κοινές στην ελληνική, τη λατινική, και την ινδική, λέξεις ινδοευρωπαϊκές.

Ώς και η θάλασσα, προελληνική, και πλήθος τοπωνυμίες, όπως Αθήνα, Λυκαβηττός, Κόρινθος, Λάρισα κ.ά.

Εφεξής τα δάνεια είναι πιο καθαρά για τη γλωσσολογική επιστήμη, και έχουμε:

- τα σημιτικά κύμινον, σήσαμον και κρόκος, δέλτος, σινδών, χρυσός και αρραβών, σάκκος, κυπάρισσος και ελαία, λέων και χιτών (ήδη δανεικός στα σημιτικά από τα φοινικικά), ενώ σημιτικός είναι και ο σατανάς και ο Ιούδας και ο Ηλίας·

- τα περσικά ρόδον, τόξον, παράδεισος και μάγος και σατράπης·

- τη γαλατική λεύγη,

- την αιγυπτιακή όασιν,

- το ινδικό πέπερι,

- λέξεις που «παρελαμβάνοντο άμα μετά των πραγμάτων», έβενος, βύσσος, οθόνη, νίτρον, βίβλος, βάλσαμον, κάδος, λίβανος, ύσσωπος, φύκος, σάκχαρον,

- πλήθος λέξεις λατινικές, όπως οι ονομασίες όλων των μηνών, και δηνάριον, λεγεών, πραιτώριον, καίσαρ, δικτάτωρ, τίτλος, κώδιξ και περγαμηνή,

έτσι δηλαδή και τότε όπως και τώρα, όπως πάντοτε σε όλες τις γλώσσες, που κατά το συναρπαστικό τους ταξίδι και στις συναρπαστικές συναντήσεις τους παίρνει η μία συνεχώς από την άλλη, γιατί οι γλώσσες, γιατί οι άνθρωποι, παίρνουν λέξεις για να πλουτίζουν τον εκφραστικό τους ορίζοντα, την καθημερινή τους ζωή, και όχι για να κοκορεύονται τίνος είναι οι πιο ωραίες, οι πιο παλιές, και προπαντός οι πιο πολλές.

Γι’ αυτό και ανατρέξαμε τόσο πίσω. Για να δούμε ότι και η γλώσσα η Μία, η Ουρανόσταλτη, η Παρθενογεννημένη, απ’ το κεφάλι του Δία σαν την Αθηνά κι αυτή, η μετά το Γενηθήτω φως, κι αυτή τον πλούτο της τον μάζεψε από παντού, βεβαίως τον έκανε δικό της, κι από αυτόν δίνει κατόπιν και στους άλλους –τι δίνει δηλαδή; λέξεις ελληνικές, αλλά και λέξεις φοινικικές, σημιτικές, λατινικές, περσικές, ιουδαϊκές.

Κι αργότερα ακόμα, τι πήρε και τι ενδεχομένως δίνει; Λέξεις που δεν μοιάζουν πια αρχαίες, λέξεις τώρα της καθημερινής ζωής, ζυμωμένες με τον λαϊκό πολιτισμό, λέξεις

- σλαβικές: τσέλιγκας, λαγκάδι, κοτέτσι, ρούχο, μουντός, καρβέλι·

- αλβανικές: γκιόνης, σβέρκος, καλαμπόκι, κοκορέτσι, φλογέρα·

- αραβικές: δράμι, καραβάνι, κεχριμπάρι, μαγαζί, παπούτσι·

- τουρκικές: τσαρούχι, γιαταγάνι, μεράκι, κέφι, μαράζι, λεβέντης· και ξανά

- λατινικές/ιταλικές: άρματα, βάρκα, κάμπος, καβαλάρης.

Αλλά σ’ αυτή την κατηγορία είναι πλήθος οι λέξεις, εύκολα αναγνωρίζονται. Και ευτυχώς κανένας, τουλάχιστον κανένας νηφάλιος ή σώφρων, δεν προτείνει τον εξοβελισμό τους ή τη μεταγλώττιση και την αντικατάστασή τους.

Πρέπει όμως συνέχεια να θυμόμαστε από τι αποτελείται μια γλώσσα, κι όταν μετράμε ότι ελληνικές, λέει, λέξεις είναι το τριαντατόσο τα εκατό της αγγλικής, να ξέρουμε πόσο «αμιγή» ελληνικά είναι αυτά τα δανεικά.

Θα συνεχίσουμε όμως. Στο μεταξύ ας κρατήσουμε τον ακόλουθο συλλογισμό:

Εφόσον οι φοινικικές, οι σημιτικές, οι περσικές και οι λατινικές λέξεις που πέρασαν κάποτε στην ελληνική γλώσσα είναι πια αναντίρρητα ελληνικές, τότε και οι ελληνικές λέξεις τις οποίες δανείστηκε η αγγλική λ.χ. γλώσσα από «εμάς» θα έπρεπε να είναι ή έστω κάποτε να γίνουν αγγλικές! Μοιάζει παραδοξολογία, αλλά είναι η αμείλικτη λογική «ανάγνωση» της τακτικής που εννοεί να αντιμετωπίζει τη φυσική διακίνηση λέξεων ανάμεσα στις γλώσσες με όρους εισαγωγών-εξαγωγών.

* Και για να μην ξεχνούμε τις εκλεκτικές συγγένειες: «οι Terror X Crew ονόμασαν τον τελευταίο τους δίσκο Έσσεται Ήμαρ, τραγούδησαν στα αρχαία ελληνικά και συνέταξαν όλα τα κείμενα που τον συνοδεύουν στην καθαρεύουσα! [...] Ως ανταπόδοση βραβεύτηκαν από κάποιο ακροδεξιό πολιτικό κόμμα και φιλοξενήθηκαν στις σελίδες περιθωριακών εντύπων του ίδιου χώρου» (Γιάννης Κολοβός, στην ειδική έκδοση της Καθημερινής 10.2.02, «Μουσική χωρίς σύνορα», σ. 23).

** Σε στήλη για το βιβλίο στο Βήμα δοκιμάστηκε πρόσφατα (αλλά μάλλον εγκαταλείφθηκε ήδη) η εκδοχή «η-επιστολάριο», μια ανοικονόμητη πάλι, πολυσύλλαβη κατασκευή, που κυρίως επιζητούσε να αποδώσει στη σημερινή γλώσσα έναν σύγχρονο όρο με το λησμονημένο ήδη «επιστολάριο» (για τη μετάφραση με καταφυγή στη λόγια γλώσσα βλ. εδώ).

*** Η λέξη γκαρνταρόμπα, όσο κι αν δεν μπορεί να πει κανείς πως διακρίνεται για τη μουσικότητά της, ήρθε να σταθεί πλάι στην ιματιοθήκη: έχουμε έτσι ιματιοθήκη στο νοσοκομείο, και γκαρνταρόμπα (α) τον ρουχισμό μιας γυναίκας (κυρίως σε φράσεις όπως: «πήγε στο Λονδίνο να ανανεώσει την γκαρνταρόμπα της») και (β) τον ειδικό χώρο όπου αφήνουμε τα παλτά μας στο θέατρο. Χαρακτηριστικά τώρα, η ιματιοθήκη παραμένει αμετακίνητη, το ίδιο και η γκαρνταρόμπα μιας γυναίκας (α), ενώ για το χώρο φύλαξης των παλτών στο θέατρο προτείνεται το (ιταλικό πάντως) βεστιάριο –όρος που χρησιμοποιείται ήδη για το χώρο όπου φυλάσσονται τα κουστούμια των ηθοποιών και γενικότερα για το «απόθεμα» θεατρικών κουστουμιών ενός θιάσου, μιας θεατρικής επιχείρησης.

buzz it!

Δεν υπάρχουν σχόλια: