13/6/07

58. Δεν επιτρέπεστε διά να ομιλείτε [ξενισμοί β΄]

Τα Νέα, 26 Μαΐου 2001

Ξενισμών συνέχεια, μ’ έναν αναμφισβήτητο ξενισμό, που είναι όμως ο πλέον ανώδυνος από όσους έχουν παρουσιαστεί κατά καιρούς στη σελίδα αυτή.

«Πάνω από 2 εκατομμύρια προσκυνητές αναμένονται να επισκεφτούν φέτος τη Μέκκα» διαβάζουμε στην εφημερίδα, και διορθώνουμε εύκολα: «αναμένεται να επισκεφτούν φέτος τη Μέκκα». Δηλαδή: «πάνω από 2 εκατομμύρια προσκυνητές αναμένονται φέτος στη Μέκκα» (πληθυντικός), αλλά «αναμένεται να φτάσουν» (ενικός): εδώ, για να το πούμε λίγο πιο σχολαστικά, έχουμε απρόσωπο ρήμα που συνοδεύεται από συμπληρωματική πρόταση στην υποτακτική. Ασάφεια οπωσδήποτε δεν υπάρχει, υπάρχει όμως ελαφρά ασυνταξία.

διαβάστε τη συνέχεια...

Κάποιοι «διώκονται για αδικήματα τα οποία φέρονται ότι διέπραξαν» διαβάζουμε, και πάλι χωρίς κανένα πρόβλημα κατανόησης. Εδώ η είδηση ή η θέση του συντάκτη είναι πως μάλλον δεν τα διέπραξαν τα αδικήματα οι υποτιθέμενοι δράστες, ή εν πάση περιπτώσει όλα μένει να αποδειχτούν (και όχι «μένουν να αποδειχτούν»!). Το σωστότερο, πάλι, είναι: «διώκονται για αδικήματα τα οποία φέρεται ότι διέπραξαν», όπως θα λέγαμε: πιστεύεται, λέγεται, υποτίθεται ότι διέπραξαν, και όχι «πιστεύονται», «λέγονται», «υποτίθενται» ότι διέπραξαν!

«Οι καλεσμένοι έμοιαζαν να δυσαρεστούνται με τη συζήτηση αυτή»: δεν τους άρεσε δηλαδή η συζήτηση αυτή, έμοιαζαν δυσαρεστημένοι με τη συζήτηση, αλλά: έμοιαζε να δυσαρεστούνται με τη συζήτηση αυτή.

«Τα παιδιά φαίνονται να κρυώνουν, άναψε το τζάκι», πάλι μετάφραση· πιο σωστά: τα παιδιά φαίνεται να… φαίνεται πως κρυώνουν (και βεβαίως: φαίνεται πως τα παιδιά κρυώνουν).

«Πράγματα που δεν αξίζουν τον κόπο ν’ αναφερθούν...» είναι πράγματα ασήμαντα, που δεν αξίζουν τίποτα, που δεν αξίζουν την προσοχή μας, κι έτσι δεν αξίζει τον κόπο ν’ αναφερθούν. Ίδιο και το: «όλ’ αυτά δεν αξίζουν να κάτσεις να σκοτιστείς»: δεν αξίζει να κάτσεις να σκοτιστείς.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις έχουμε απρόσωπο ρήμα, ή ρήμα που συμπεριφέρεται σαν απρόσωπο και δεν κλίνεται –έτσι όπως δεν λέμε λ.χ. «ωραία έκθεση, αξίζεις τον κόπο να πας να τη δεις»!

Άλλα παραδείγματα:

«οι γυναίκες που χαμογελούν συνέχεια μοιάζουν να θέλουν να ευχαριστήσουν τους άλλους»: κανονικά, οι γυναίκες που χαμογελούν συνέχεια μοιάζουν λ.χ. ευτυχισμένες: μόνο σ’ αυτήν την περίπτωση κλίνεται το ρήμα· στο παράδειγμά μας είναι απρόσωπο: μοιάζει να θέλουν να ευχαριστήσουν

«τα φύλλα έμοιαζαν να μετακινούνται»: έμοιαζε να μετακινούνται·

«τότε που όλα φαίνονται να ’χουν σωπάσει»: φαίνεται να ’χουν σωπάσει·

«οι διαταραχές που έμελλαν ν’ ακολουθήσουν»: που έμελλε ν’ ακολουθήσουν.

Περί τίνος πρόκειται εντέλει; Είναι αυτά που λουζόμαστε, ενώ γελάμε, καλοσυνάτα οπωσδήποτε, με τους αγγλόφωνους, όταν μαθαίνουν ελληνικά και πιάνουν και κλίνουν το αποκλειστικά απρόσωπο «πρέπει»: «πρέπω να διαβάσω» και «πρέπουμε να φύγουμε». Μόνοι μας τώρα μεταφράζουμε απ’ τα αγγλικά και κλίνουμε τα ρήματα που σ’ εμάς, στη συγκεκριμένη θέση, είναι απρόσωπα. (Αν και σε μη μετάφραση, σε πρωτότυπο λόγο, διάβασα: «χρειάζεσαι να δώσεις χρόνο στον εαυτό σου», μ’ άλλα λόγια: «πρέπεις να δώσεις χρόνο στον εαυτό σου»!)

Είναι διαδεδομένη η ξενική αυτή σύνταξη και, αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, πρέπει να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι κάποια στιγμή θα επικρατήσει. Σύμμαχό της κραταιό έχει την έλξη και την αναλογία, πολύ περισσότερο από την επίδραση της καθαρά αγγλικής ή γαλλικής σύνταξης που υπόκειται εδώ. Στην πρόταση λ.χ. «οι εργάτες φαίνεται να εξοργίστηκαν από τη στάση της εργοδοσίας», ο πληθυντικός ακριβώς του υποκειμένου (εργάτες) θα παρασύρει και το τρίτο ενικό «φαίνεται», καθώς μάλιστα ακολουθεί και το κυρίως ρήμα σε τρίτο πληθυντικό (εξοργίστηκαν). Αν συνυπολογιστεί η σύμφυρση με τη συγγενική και νοηματικά ταυτόσημη φράση: «οι εργάτες φαίνονται εξοργισμένοι…», σύμφυρση που εύλογα γίνεται στο μυαλό του συντάκτη ή και του ομιλητή, οδηγούμαστε με σιγουριά στο νυν εσφαλμένο: «οι εργάτες “φαίνονται” να εξοργίστηκαν…»

Όπως είπα στην αρχή, είναι ανώδυνος ο ξενισμός αυτός. Η συντακτική παράβαση μοιάζει απλώς γραμματικό ολίσθημα, δεν υπάρχει ριζική ανατροπή των δόκιμων ή παραδεδεγμένων συντακτικών σχημάτων, και προπαντός δεν δημιουργείται ασάφεια. Όμως. Υπάρχει πάντοτε ένα «όμως», μικρό έστω εδώ. Σε μία κυρίως περίπτωση, στην περίπτωση του ρήματος «μπορώ», παρατηρείται όχι ακριβώς ασάφεια αλλά ελαφρά συσκότιση, κάπως σαν να χάνεται η απόλυτη ευκρίνεια λέξεων και όρων ωστόσο απλούστατων, σαν να θολώνει προς στιγμήν η εικόνα. Ήδη λέμε: «τα προβλήματα αυτά μπορούν να θεωρηθούν καθοριστικά για την πορεία της χώρας», και πολύ δύσκολα πια διορθώνουμε: «μπορεί να θεωρηθούν…» Το ίδιο και στο: «μπορούν να αποβούν μοιραία». Κι όμως: μπορεί να αποβούν μοιραία, δηλαδή ενδέχεται…, είναι πιθανό.

Το θέμα είναι ότι, με τη γενίκευση της ξενικής σύνταξης, στην περίπτωση ειδικά τού μπορώ χάνεται η διάκριση ανάμεσα στο «ενδέχεται» και στο «είμαι ικανός», ανάμεσα στο «μπορεί να φύγω»=ίσως φύγω, ίσως δεν φύγω, και στο «μπορώ να φύγω»=είμαι σε θέση να φύγω, τώρα που τέλειωσα τη δουλειά μου. Είναι διαφορετικό αν πούμε ότι «οι στρατηγοί αυτοί μπορεί να μας οδηγήσουν στη νίκη», αλλά μπορεί και όχι, και «οι στρατηγοί αυτοί μπορούν να μας οδηγήσουν στη νίκη», είναι δηλαδή ικανοί –οπότε, συνεχίζω, «οι στρατηγοί αυτοί μπορεί να χαρακτηριστούν ικανότατοι». Και πια τελεία. Διότι δεν «μπορούν να χαρακτηριστούν» τίποτα…

Έτσι κι αλλιώς το ρήμα μπορώ είναι εξαιρετικά πολύπαθο, με την ξενότροπη χρήση του: αναφέρομαι πρόχειρα στον κλασικό αγγλικό παρατατικό που εκφράζεται και με το could…, οπότε μας δίνει στα ελληνικά τα μεταφράσματα: «από το παράθυρο μπορούσες να δεις τη θάλασσα»=έβλεπες τη θάλασσα, ή: «μπορούσαν να κάθονται με τις ώρες»=κάθονταν με τις ώρες.* Οπότε, το κοινότατο και ομαλότατο

«μπορούσαν να αργούν στο μάθημά τους» δηλώνει

(α) άλλοτε απλώς παρατατικό: αργούσαν στο μάθημά τους·

(β) άλλοτε την έννοια τού «ενδέχεται»: μπορεί να αργούσαν στο μάθημά τους· και

(γ) σπανιότερα ότι όντως «μπορούσαν»: είχαν το ελεύθερο, είχαν το δικαίωμα να αργούν…

Είπα ότι η σύνταξη αυτή, με την υποστήριξη των ισχυρότατων νόμων της έλξης και της αναλογίας, θα επικρατήσει. Μπορεί όμως να δει κανείς και κάποια όρια; Ή άραγε ο κουτσογιωργικός κεραυνός του μέλλοντος θα είναι κάτι σαν «εσείς δεν επιτρέπεστε διά να ομιλείτε»; Παρελθέτω, Κύριε, παρελθέτω.

* Ολόκληρο κεφάλαιο αποτελεί η μετάφραση τού μπορώ και των σχετικών βοηθητικών ρημάτων κυρίως από τα αγγλικά, που μεταφέρει στα ελληνικά και την αντίστοιχη χρονική ακολουθία. Μερικά παραδείγματα εδώ: «μ’ έκανε να σκεφτώ πως θα μπορούσε να παραμόνευε κανένας νταής» (=μπορεί να παραμόνευε…)· «ήταν τόσο απορροφημένος, που αν τον άγγιζες, μπορούσε να μπήξει τις φωνές» (=θα έμπηγε…)· «συγχωρέστε μου το κακό που μπόρεσα ίσως να σας κάνω χωρίς να το ξέρω» (=μπορεί να σας έκανα…)· «του φαινόταν ότι μπορούσε και να ’χανε το τρένο», από πρωτότυπο αυτήν τη φορά (=μπορεί και να ’χανε…)· «το ορθάνοιχτο στόμα της [της μάγισσας] έπρεπε να προφέρει κατάρες που ο Ρ. δεν τις άκουγε» (=πρέπει να πρόφερε…)· «δε θα έπρεπε να είχε κοιμηθεί πολύ, όταν τινάχτηκε τρομαγμένος» (=δεν πρέπει να είχε κοιμηθεί πολύ…).

buzz it!

Δεν υπάρχουν σχόλια: