17/2/08

Η άλλη τρομοκρατία [α΄]

Τα Νέα, 5 Ιανουαρίου 2007

Η τρομοκρατία των αγωγών με τα πολλά τα ευρώπουλα μοιάζει να αποκτά τίτλους ευγενείας, καθώς περνά και μέσα στους κόλπους του λογοτεχνικού χώρου. Συγγραφέας εναντίον κριτικού, κι όμως ελάχιστα απασχόλησε τη δημοσιότητα

το πλήρες κείμενο:

Μεταπολεμικά, αρχές της δεκαετίας του ’50, ο Μ. Καραγάτσης είχε μηνύσει για συκοφαντική δυσφήμηση τον Ηρακλή και τον Ρένο Αποστολίδη, για πολυσέλιδο κείμενό τους στο περιοδικό Τα Νέα Ελληνικά, με αντικείμενο το αμιγώς ιστορικό βιβλίο του Η ιστορία των Ελλήνων.

Είναι η μόνη περίπτωση προσφυγής συγγραφέα στη δικαιοσύνη που θυμάται ο κριτικός αλλά και ιστορικός της λογοτεχνίας Αλέξανδρος Αργυρίου, όπως γράφει η Σταυρούλα Παπασπύρου («Κριτική στο εδώλιο», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 6.6.2004). Έχει όμως ενδιαφέρον η κατάληξη, όπως καταγράφεται στο ίδιο άρθρο (με τη βοήθεια του αρχείου του Γ. Ζεβελάκη). Παραμονές της δίκης ο δικηγόρος Π. Καρανικόλας έγραψε στη Βραδυνή πως ο πελάτης του δεν θα δώσει συνέχεια: «Οι μηνυθέντες, έγραφε, σε επόμενα τεύχη του περιοδικού είχαν αποκαλέσει συλλήβδην όλους τους “φθασμένους” έλληνες λογοτέχνες (Μυριβήλη, Θεοτοκά, Ελύτη, Σεφέρη κ.ο.κ.) “ανεντίμους και αχρείους”. Αντιμέτωπος με μια “ιδιότυπον κατάστασιν εκτός των ορίων του λογικού αυτοελέγχου”, και συνεπώς εκτός των αρμοδιοτήτων της Δικαιοσύνης, ο Π. Καρανικόλας ομολογούσε ότι συμβούλεψε τον Καραγάτση να εγκαταλείψει τον αγώνα μια και καλή».

Άρα «μοναδικότερη» ίσως περίπτωση είναι η αγωγή του Αλέξανδρου Ασωνίτη κατά του συγγραφέα και κριτικού Παντελή Μπουκάλα, μια περίπτωση εντελώς κραυγαλέα, που είχε ωστόσο αναιμικότατη παρουσία στον Τύπο, ή και ανύπαρκτη, ειδικά με την απόρριψη της αγωγής.

Από τη στήλη της Λώρης Κέζα στο κυριακάτικο Βήμα της 24.12 μάθαμε ότι «δεν δικαιώθηκε δικαστικά ο Αλέξανδρος Ασωνίτης με την αγωγή που είχε καταθέσει κατά κριτικού εφημερίδας. Πάντως το καινούργιο του μυθιστόρημα Γεια σου, τηλεόραση! το αφιερώνει στον δικηγόρο του. (Να γράψω κανένα κειμενάκι ή θα με τρέχει κι εμένα τα επόμενα χρόνια;)».

Ο μη κατονομαζόμενος εδώ κριτικός είναι βέβαια ο Παντελής Μπουκάλας, και το θέμα το δικό μας σήμερα, αυτά που γράφονται παρενθετικά μεταξύ σοβαρού και αστείου, ο φόβος δηλαδή ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή ο καθένας να μας τρέχει και να μας έχει στην πρίζα, π.χ. 2 ολόκληρα χρόνια, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, αλλιώς να το σκεφτόμαστε πολύ πριν γράψουμε, να αυτολογοκρινόμαστε δηλαδή.

Ας μείνουμε όμως στην ιστορία αυτή, που πάλι μέσα από τη στήλη της Λ. Κέζα πρωτομαθεύτηκε, πριν καν επιδοθεί η αγωγή στον «κατηγορούμενο». Έγραψε λοιπόν η Λ.Κ. στις 2.5.2004:

«Γίνονται δίκες για ένα ευρώ; Αυτό το ποσό θα διεκδικήσει ο Αλέξανδρος Ασωνίτης ως αποζημίωση από τον Παντελή Μπουκάλα επειδή –κατά την αγωγή– τον έβλαψε και τον συκοφάντησε η κριτική που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι του αποδόθηκαν ψευδώς λόγια που δεν έγραψε. (Μα είναι πράγματα αυτά, να σέρνουμε ο ένας τον άλλον στα δικαστήρια;)»

Και την επόμενη Κυριακή, 9.5:

«Είχα πολλά τηλεφωνήματα από “ανθρώπους του βιβλίου” που ρωτούσαν λεπτομέρειες για την αγωγή του πεζογράφου Αλέξανδρου Ασωνίτη κατά του κριτικού της εφημερίδας Καθημερινή κ. Παντελή Μπουκάλα. Ρωτούν το εξής: Τώρα το θυμήθηκε; Το δημοσίευμα [= η κριτική του Π.Μπ.] έχει ημερομηνία 16.4.2002 και η αγωγή κατατέθηκε στις 24.4.2004. Κάτι ακόμη. Ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι στο δικαστήριο θα ζητήσει συμβολική αποζημίωση ενός ευρώ. Ο δικηγόρος του, Ναούμ Π. Τζίφρας, στην αγωγή του αναφέρει 70.000 ευρώ. (Λέξη και χιλιάρικο;)»

Τελικά, για την ιστορία, το 1 ευρώ που έγινε 70.000, δυο βδομάδες αργότερα, στις 11.5, οπότε και κατατέθηκε τελικά αυτή η αγωγή, έφτασε τις 85.000. Έχουν σημασία τέτοιες λεπτομέρειες; Όχι ακριβώς, δίνουν πάντως το μέτρο της σοβαρότητας.

Η ουσία της αγωγής δεν έχει λόγο να μας απασχολήσει εδώ, τώρα μάλιστα που κρίθηκε η υπόθεση. Ένα όμως σχόλιο θα το κάνω: ο Ασωνίτης κατηγορούσε τον Μπουκάλα πως παραποιεί τα γραφόμενά του και τον εμφανίζει ρατσιστή και εθνικιστή, επειδή λ.χ. τη φράση «κλέφτες και βάρβαροι εκ γονιδίων» ο ίδιος δεν την αποδίδει στους τάδε, όπως του καταλόγισε ο Μπουκάλας, αλλά στους δείνα. Ώστε υπάρχουν κλέφτες, βάρβαροι ή οτιδήποτε άλλο «εκ γονιδίων», και αυτό δεν είναι ρατσισμός; «ρατσισμός εκ γονιδίων» μου ’ρχεται να πω κι εγώ, ο ορισμός του ρατσισμού;

Εν πάση περιπτώσει: ο Α.Α. πρωτοεμφανίστηκε με ένα μυθιστόρημα που δέχτηκε εγκωμιαστικές κριτικές. Το δεύτερό του, αυτό που οδήγησε στα δικαστήρια τον Μπουκάλα και παραπαίει, καθώς φαίνεται, ανάμεσα σε δωδεκαθεϊστές, «Ελληνόψυχους» κτλ., με εξαίρεση ένα τουλάχιστον αμετροεπές υμνητικό κείμενο στον Ιχνευτή, αντιμετωπίστηκε αρνητικά: «παιδαριώδης και ασύστατη είναι ολόκληρη η σύλληψή του», «ένα ταυτολογικό και ανύποπτο περί τα πάντα συνονθύλευμα που υποδύεται ετσιθελικά το ρόλο μυθιστορήματος», έγραψε ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου («Ένας παγανιστής στο Λονδίνο», Ελευθεροτυπία 31.5.02).

Όμως ο Χατζηβασιλείου είχε λάβει ήδη, προκαταβολικά, την πληρωμή του: το 1998, σε συμπόσιο της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης, επειδή σε αναδρομή που έκανε στην ιστορία της λογοτεχνίας δεν ανάφερε τον Α.Α. (με το ένα ώς τότε μυθιστόρημά του), εισέπραξε χαρακτηρισμούς, που θα μπορούσαν αναλόγως να αποτελέσουν αντικείμενο αγωγής με απαίτηση 1/75.000/85.000 κ.ο.κ. ευρώ: «γελοιογραφία ποιητή», «γελοιογραφία κριτικού», «αυτοδημιούργητος λακές», «ακαταπόνητος περιφερόμενος μαϊντανός», που διακρίνεται από «εγγενή φασισμό, μικρόνοια, ποταπότητα, ιδιοσυγκρασιακή ευτέλεια». Λεπτομέρεια, ήθους σημαντική: όλα αυτά δεν ειπώθηκαν ενώπιον ακροατηρίου, οπότε και θα σχολιάζονταν, αλλά προστέθηκαν όταν πια δημοσιεύτηκε η ομιλία τού Α.Α. (Τα τετράδια της Π.Π.Κ. 6, Μάιος 1998)!

Λακές και μαϊντανός ο Χατζηβασιλείου; να ’ναι περήφανος ο Μπουκάλας, που αξιώθηκε ευγενέστερο τίτλο: «ταγματασφαλίτης της λογοτεχνίας», και μάλιστα με καλή παρέα, τον συγγραφέα και πανεπιστημιακό καθηγητή Γιώργη Γιατρομανωλάκη: «ταγματασφαλίτες της λογοτεχνίας» με «ευτελή εξωλογοτεχνικά» κίνητρα και «βαθύτατη άγνοια για τη λογοτεχνία».

Τι είχε διαπράξει ο δεύτερος ταγματασφαλίτης; Σε κριτική του στο Βήμα της 10.4.1999 είχε σχολιάσει τη «φερόμενη ως» μετάφραση του περίφημου αρχαίου Βίου Αλεξάνδρου του Μακεδόνος του Ψευδοκαλλισθένη από τον Α.Α., μια μετάφραση-διασκευή πολλαπλά αμαρτωλή, που παραδίδει κείμενο «αλλοπρόσαλλο» και επιπλέον ανασκολοπισμένο («διορθωμένο»).

Όμως, σημασία δεν έχει εδώ η καθαυτό αξία ή μη του μεταφραστικού ή συγγραφικού έργου του Α.Α. –και από αυτή την άποψη λυπάμαι που δεν μπορώ να διανθίσω το κείμενό μου με χαρακτηριστικά αποσπάσματα που θα άμβλυναν τον σχολαστικό χαρακτήρα του– όσο ο ήδη μακρύς κατάλογος χαρακτηρισμών που εμπίπτουν ακριβώς στον ποινικό κώδικα, εκεί δηλαδή όπου ο Α.Α. έστειλε τον κριτικό που έκρινε τη λογοτεχνική παραγωγή του και την ιδεολογική σκευή της.

«Εκτός των ορίων»

Και σημασία έχει η ελάχιστη δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση αυτή. Ειδησεογραφικά το θέμα μοιάζει να καλύφθηκε μόνο από τα σχόλια της Κέζα. Κατά τα άλλα, ο μεν Μπουκάλας δεν έγραψε ο ίδιος τίποτα, από σεμνότητα φαντάζομαι, και, εκτός από το άρθρο της Στ. Παπασπύρου όπου παρέπεμψα στην αρχή, δεν έτυχε να δω άλλο από δύο σημειώματα του Γ. Κοροπούλη, στην Ελευθεροτυπία 14 και 21.5.04, ένα εκτενέστερο κείμενο του Ηρακλή Λογοθέτη στην κυριακάτικη Αυγή της 6.6.2004, και ένα σχόλιο στο Δέντρο 139-40, Φεβρ.-Απρ. 2005. (Ένα καυστικό σχόλιο για τα περί «ταγματασφαλιτών» είχε δημοσιευτεί στο Διαβάζω 13, Μάρτιος 2003, πριν δηλαδή από την αγωγή.)

Αν αυτή είναι ίσως η μοναδική περίπτωση συγγραφέα που σέρνει στα δικαστήρια τον κριτικό του, θα περίμενε κανείς μεγαλύτερη προβολή και αντιδράσεις από σχετιζόμενους φορείς. Τίποτα. Γι’ αυτό, και επειδή η συγκεκριμένη υπόθεση είναι χαρακτηριστική της μεθόδου τρομοκράτησης μέσω αγωγών, άξιζε πιστεύω τον κόπο αυτή η ολοσέλιδη «διαφήμιση» του Αλέξανδρου Ασωνίτη, για την οποία, κατά τα άλλα, νιώθω πως πρέπει να ζητήσω συγνώμη από τον αναγνώστη.

Διαφορετικά, μηνύσεις και αγωγές ανθούν και θάλλουν έξω από τον καθαυτό λογοτεχνικό χώρο. Αξίζει να δούμε ορισμένες, άλλη φορά εκτενέστερα, π.χ. με θύμα, μια και τον αναφέραμε, τον Γ. Γιατρομανωλάκη, παρέα με τον Κ. Γεωργουσόπουλο, να τους τραβολογάει νεόκοπος πανεπιστημιακός που ξεκαρδιστικά αποσπάσματά του μας χάρισε απλόχερα ο Γεωργουσόπουλος από εδώ. Ή τη Δόμνα Σαμίου που σύρθηκε, ένα εθνικό κεφάλαιο, στα δικαστήρια του Μεσολογγίου από τοπικό ιεροψάλτη, αλλά και με τις ευλογίες έπειτα, ποιου άλλου, του Μακαριοτάτου, για τα «άσεμνα» αποκριάτικα της λαϊκής μας παράδοσης, αυτά δηλαδή που τραγουδάνε τις απόκριες στο χωριό οι μανάδες και του ιεροψάλτη και του Μακαριοτάτου.

Θα επανέλθω.

buzz it!