30/11/13

Γραφικοί, αλλά πάντα επικίνδυνοι - Όχι πυροτέχνημα εδώ, σαπουνόφουσκα!

(Εφημερίδα των συντακτών 30 Νοεμ. 2013)


Γραφικοί, αλλά πάντα επικίνδυνοι

Για να πω τη μαύρη αλήθεια, πιο πολύ μ’ ενοχλεί στον Νότη Σφακιανάκη το ύφος του τσαμπουκαλεμένου μοσχόμαγκα, με το ξινισμένο ύφος του ξερόλα, παρά οι προ πολλού ξεκάθαρες ρατσιστικές και ακροδεξιές έως φασιστικές απόψεις του –πόσο μάλλον οι ουφολογικές, δωδεκαθεϊστικές κτλ. γραφικότητές του. Όμως αυτές ακριβώς οι γραφικότητες, πολύ περισσότερο από την όποια καλλιτεχνική αξία του, του εξασφάλιζαν ώς τώρα κάποια ασυλία.

Έτσι, Δευτέρα 25/11, στη γνωστή εκπομπή Ενωμένα Πλυντήρια του Θέμου Αναστασιάδη, ο κριτικός του κινηματογράφου Δ. Δανίκας, παλιός βέρος κομμουνιστής, δήλωσε –και επέμεινε– πως, έλα μωρέ, μια μπούρδα είπε ο Σφακιανάκης, κι αν εκθείασε και τη δικτατορία του Παπαδόπουλου, ε, κι ένα σωρό άλλος κόσμος τα ίδια πιστεύει. Μα επειδή κι ένα σωρό άλλος κόσμος τα ίδια πιστεύει, για τον Παπαδόπουλο ή τη Χρυσή Αυγή, επειδή κι ένα σωρό άλλος κόσμος πιστεύει, φερειπείν, πως μας ψεκάζουν, κι αυτός ο κόσμος στέλνει μεταξύ άλλων και τη ΧΑ στη Βουλή, δεν βλέπω πού μπορεί να ξαπλώνεται μακάριος ένας πολιτικός εστετισμός, θα έλεγα, που χορηγεί απαλλακτικά λόγω γραφικότητας.

Στο κάτω κάτω, ή προπάντων, γραφικοί εν γένει, εκπρόσωποι καθρέφτες τού «ένα σωρό άλλος κόσμος», μας διαφεντεύουν. Ορισμός της γραφικότητας (έστω κι αν πρόκειται για μελετημένο θέατρο) δεν είναι ο Άδωνης; Που από τα σόου τηλεπώλησης βιβλίων με τις κραυγές «Τα λιγουρεύεστε;», για την ακρίβεια χάρη ακριβώς σ’ αυτά τα σόου, έφτασε να είναι κορυφαία τηλεπερσόνα, με κατάληξη ολόκληρο υπουργείο. Και άλλοι, πλήθος. Που καλλιεργούν παιδεία, μεταδίδουν γνώση, μέσα απ’ τα πανεπιστήμια, η δωδεκαθεΐστρια πανεπιστημιακός Μαρία Τζάννη λ.χ., μαϊντανός στα πρωινάδικα… Που καθορίζουν τις τύχες ενός λαού από κεντρικές πολιτικές θέσεις ή μέσα απ’ το κοινοβούλιο, Ψωμιάδης, Κουλούρης, Γιακουμάτος, Πολύδωρας λ.χ., χωρίς άλλες συστάσεις… Που διαμορφώνουν πολιτική και αισθητική μέσα από τα μίντια, Τράγκας λ.χ., που κάνει για εκατό, και άλλοι, και άλλοι...

Γραφικοί, μα άλλο τόσο, ή γι’ αυτό πιο επικίνδυνοι.


Όχι πυροτέχνημα εδώ, σαπουνόφουσκα!

Εξακολουθεί να στρεψοδικεί ο κ. Γεωργουσόπουλος (ΚΓ), απαντώντας άλλ’ αντ’ άλλων και άλλα σε άλλους, κατά την τακτική του, υπολογίζοντας, όχι αβάσιμα, πως κάποια στιγμή θα βαρεθεί ο άλλος και θα μείνει αυτός με τον τελευταίο, κάλπικο, λόγο. Συνεχίζω αναγκαστικά το σίριαλ, επιμένοντας στα όσα δεν απάντησε.

Συνοψίζω: Με τίτλο «Πυροτέχνημα» ο ΚΓ έγραψε στην Ελευθεροτυπία, 16/10: «Η Γαλλία τα τελευταία σαράντα χρόνια έχει πάθει σχεδόν ολική έκλειψη πολιτιστική. [...] Πείτε ένα θεατρικό συγγραφέα, έναν πεζογράφο, ένα μεγάλο διεθνή συνθέτη, έναν κινηματογραφικό σκηνοθέτη που να ανέδειξαν ακραιφνώς (sic) Γάλλο».

Από τους πολλούς που εντάσσονται στον «κανόνα» των 40 χρόνων, δηλαδή 1973-2013, ανέφερα ενδεικτικά εδώ (25/10· βλ. και 4/9, "Στρεψοδικία με Ονομασία Προέλευσης") ορισμένους, τους οποίους επαναλαμβάνω τώρα με κάποια χρονολογικά δεδομένα, αφού ο ΚΓ ισχυρίζεται (10/11) πως όσοι ασχολήθηκαν με το δικό του πια πυροτέχνημα αράδιασαν ονόματα που δεν ανήκουν στην περίοδο που όρισε εκείνος –και που τώρα από 40 χρόνια την έκανε ξαφνικά 30!

Έστω 30, κύριε Γεωργουσόπουλε, αν νομίζετε πως σας βολεύει, και αποσύρω έτσι ονόματα όπως Σαρτρ, Ρολάν Μπαρτ, Μισέλ Φουκώ, Μαργκερίτ Γιουρσενάρ κ.ά.

Έχουμε όμως, παραγωγικούς ακόμη αυτά τα 30 χρόνια, ενδεικτικά ξαναλέω (σε παρένθεση, έτος θανάτου): Λουί Αλτουσέρ (1990), Ολιβιέ Μεσσιάν (1992), Λουί Μαλ (1995), Μαργκερίτ Ντυράς (1996), Ρομπέρ Μπρεσσόν (1999), Ερίκ Ρομέρ (2010), Πιερ Μπουρντιέ (2002), Μωρίς Μπλανσό (2003), Κλωντ Σιμόν (2005· νόμπελ λογοτεχνίας 1985), Πατρίς Σερώ (2013).

Και εν ζωή ακόμα: Γκοντάρ (τελευταία του συμμετοχή στις Κάννες το 2010, ενώ αναμένεται η 39η ταινία του), Αλαίν Ρεναί (τελευταία του ταινία, 2013), Αλαίν Μπαντιού (δημοσιεύει ακατάπαυστα), Υβ Μπονφουά (τελευταία ποιητική συλλογή το 2008, δοκίμια το 2010), Λε Κλεζιό (νόμπελ λογοτεχνίας 2008), Αριάν Μνουσκίν (μόλις πρόπερσι μας δώρισε άλλη μια φορά την παρουσία και το έργο της).

Ένα μόνο μπορεί να είναι το ερώτημα, και θεωρώντας δεδομένο πως όλους αυτούς τους γνωρίζει ο ΚΓ, αν αναγνωρίζει ή όχι το μέγεθός τους. Όχι, κύριε Γεωργουσόπουλε;

buzz it!

28/11/13

πάμε στοιχήματα;


buzz it!

24/11/13

Ο "μύθος" του Πολυτεχνείου - Η μικρή Θεοδώρα

(Εφημερίδα των συντακτών 23 Νοεμ. 2013)



Ο "μύθος" του Πολυτεχνείου


Μαζί με τον εθιμικό γιορτασμό και τη διαδήλωση για την επέτειο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, εθιμική ήταν πάντα και η εργώδης ανασκευή του «μύθου» του από ακροδεξιές φωνές, οργανώσεις και ιστότοπους, συστηματικότερα από το Λάος, τη Χρυσή Αυγή κ.ά.

Τώρα η εκστρατεία αυτή βρήκε νέους στρατιώτες, και μάλιστα στην κάποτε έγκυρη Καθημερινή, τη ναυαρχίδα του νέου (υπερ)συγκροτήματος. Έτσι, την Κυριακή 17/11 συνέπεσαν στο ίδιο έργο ο παλαιότερος συνεργάτης Θάνος Βερέμης και ο νεότερος Τάκης Θεοδωρόπουλος.

Δεν στάθηκα τυχαία στην ιστορική αυτή εφημερίδα, αφού με παλαιότατο μόνιμο τον θεολόγο-πλην-καθηγητή-φιλοσοφίας, θεωρητικό του αντικοινοβουλευτισμού και της άκρας δεξιάς, εμπλουτίστηκε με εργάτες του ιστορικού αναθεωρητισμού, πανεπιστημιακούς με ειδίκευση στην αποκατάσταση των Ταγμάτων Ασφαλείας, έπειτα στην κατεδάφιση της Μεταπολίτευσης, στην οποία αποδόθηκε όλη η κακοδαιμονία του πολιτικού συστήματος. Και ήρθε η ώρα για επιμέρους «μύθους», όπως τους χαρακτηρίζουν οι ίδιοι, εν προκειμένω του Πολυτεχνείου.

Στο οποίο Πολυτεχνείο ο καθηγητής Βερέμης βλέπει να γεννάται «η σύγχυση της έννοιας της ελευθερίας με την ελευθεριότητα». Κι από κει η φοροδιαφυγή, τα καβαλημένα από τα αυτοκίνητα πεζοδρόμια, τα γκράφιτι σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, η καταστροφή αγαλμάτων, οι φωτιές στο Αττικόν, το κάψιμο ζωντανών ανθρώπων στη Μαρφίν! Όλα από το Πολυτεχνείο…

Ενώ του κ. Θεοδωρόπουλου οι ενστάσεις, όπως λ.χ. και τον Δεκέμβρη του 2008, μοιάζει να είναι κυρίως αισθητικής τάξεως, αν κρίνουμε από τη διπλή αναφορά στο «κτίριο του Γκρόπιους στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας», όπως και μόνο δηλώνεται η αμερικανική πρεσβεία ––χωρίς δηλαδή το όνομά της, την πολιτική ταυτότητά της, με βάση την οποία, καλώς ή κακώς, αποτελεί κατάληξη της πορείας. Οπότε η «διαδρομή για το κτίριο του Γκρόπιους» μας λέει ότι περνούν οι άξεστοι, οι αμύητοι στην τέχνη, στην υψηλή αρχιτεκτονική εν προκειμένω, κι αν τάχα νομίζουν ότι τα βάζουν με τους Αμερικανούς, τον Γκρόπιους προσβάλλουν, οι καράβλαχοι.

Ο Μαριαντουανετισμός, που λέγαμε…

Έχει βέβαια κι άλλα η αποδόμηση του «μύθου» του Πολυτεχνείου κι από τους δύο αρθρογράφους, οι οποίοι ιδρώνουν πάνω στον τύπο, ότι τη χούντα δεν την έριξε το Πολυτεχνείο, που ίσα ίσα έφερε τη σκληρότερη δικτατορία Ιωαννίδη κτλ. Δεν νοείται όμως να υποδείξουμε εμείς, τουλάχιστον στον πολιτικό επιστήμονα και ιστορικό Θάνο Βερέμη, τα γνωστά και σε αναγνώστη απλώς της Ιστορίας, ότι και με ήττες προχωρήσαμε ώς εδώ, με μάχες χαμένες και με εξεγέρσεις που πνίγηκαν στο αίμα, ότι γενικότερα χάθηκαν ζωές, πολλές, χύθηκε αίμα, πολύ, για να κατακτηθεί, συχνά αργά μέσα στον χρόνο, το παραμικρότερο δικαίωμα, η απεργία λόγου χάρη.

Δικαίωμα όμως είναι και η μυωπική αντιμετώπιση των πραγμάτων, η αποσπασματική και ανιστορική θέαση της Ιστορίας. Και τότε πάσο.




Η μικρή Θεοδώρα


Για να μην υπάρξει παρανόηση, διευκρινίζω απ’ την αρχή ότι με βρίσκει ριζικά αντίθετο ο χειρισμός του θέματος της ΕΡΤ από την κυβέρνηση. Είμαι λοιπόν με τον αγώνα, όσο κι αν μοιάζει αδιέξοδος ή πια χαμένος, της ΕΡΤ, ακόμα κι όταν στην ιστοσελίδα της παρουσιάζει τα λόγια ενός μικρού κοριτσιού ως εξής: «Έγραψε μια έκθεση με αυθόρμητες, ζεστές, αδούλωτες σκέψεις για τον αγώνα που διεξάγεται πλέον εκτός Ραδιομεγάρου...»

Αλλά τι έγραψε και πάντως απάγγειλε η μικρή Θεοδώρα, ένα αγγελόμορφο πλασματάκι που δεν δείχνει πάνω από 8-9 χρονών, κι ας είναι 11, όπως είπε το ίδιο, που ήρθε με τους γονείς του από τον Πύργο, για να συμπαρασταθεί στην ΕΡΤ. («Επειδή δεν θέλω να κλείσει, επειδή δεν θέλω να την κατακτήσει η ΔουΤου, μια φασιστική τηλεόραση», όπως δήλωσε στην κάμερα, στο σχετικό βιντεάκι που γνωρίζει δόξες στο διαδίκτυο.) Βγήκαν λοιπόν από το τρυφερό στόμα του μικρού κοριτσιού λόγια όπως:

«Τι γκρίζος που είναι ο ουρανός με το μαύρο τέρας να πλανάται μισάνθρωπο, εκδικητικό, [...] τις φωνές να σαρώνουν τους κόπους, τα όνειρα, το κοινό υφάδι που υφαίναμε στις γειτονιές και στα εργοστάσια, στους δρόμους, στα σχολεία…»

«Οι δικτάτορες, άφωνες μαριονέτες κρεμάμενες, με το μιαρό στόμα μισάνοιχτο…»

Είτε τα ’γραψε τάχα τέτοια λόγια το ίδιο το κοριτσάκι, που σημαίνει πως το έμαθαν να γράφει τέτοια στα μικράτα του (θυμάστε τον μικρό Αλέξανδρο της Ελευθεροτυπίας, που αντέγραφε τα περί «ελληνώνυμου κρατιδίου» του Γιανναρά;), είτε του τα ’γραψαν οι γονείς του και το βάλαν να τα διαβάσει, σε κάθε περίπτωση έχουμε, νέτα σκέτα, κακοποίηση ανηλίκου!

buzz it!

17/11/13

Φύκια για μεταξωτές κορδέλες - Ανιστόρητες ιστορίες - Μαύρισε το μάτι μας

(Εφημερίδα των συντακτών 16 Νοεμ. 2013)


Φύκια για μεταξωτές κορδέλες

«Πυρίκαυστος Ελλάδα», το κόμμα που ίδρυσε ο Κώστας Ζουράρις, γνωστός από τις υπαρξιακές μετακινήσεις του, από τον ευρωκομμουνισμό του ΚΚΕ Εσωτερικού στον σταλινισμό του ΚΚΕ, ώς τον πιο πούρο εθνικισμό, στον οποίο έχει αράξει μέχρι τώρα. Οπότε και σκέφτηκε να μας προσφέρει νέο κόμμα, έπειτα από κάποιο εθνικό πάλι, Μακεδονικό για την ακρίβεια, μέτωπο που είχε σχηματίσει τελευταία με τον Παπαθεμελή.

«Πυρίκαυστος Ελλάδα», λοιπόν, στη γραμμή των φανταχτερών και κατά κανόνα τζούφιων ελληνικών του ιδρυτή, που αυτοαναγορεύεται επίτιμος πρόεδρος, παραχωρώντας την προεδρία σε κάποιον οικονομολόγο, ο οποίος, αφού έγραψε βιβλίο για τον περίφημο πατέρα Παΐσιο, αφιέρωσε και 600 σελίδες στον βίο και το έργο του Ζουράρι, ενός «εκ των σκυταλοδρόμων στην ομάδα, η οποία διαχρονικά ––με πρώτο τον Όμηρο–– διαμόρφωσε και μεταφέρει την ταυτότητα του ελληνικού πολιτισμού»!

«Ευχόμαστε καλοτάξιδο το νέο κόμμα και σύντομα στη Βουλή. Αν μη τι άλλο θα συμβάλει στην ποιότητα των ελληνικών που χρησιμοποιούνται στο Κοινοβούλιο…» εύχεται κάποιο ιστολόγιο. Από αυτά προφανώς που, ακόμα κι όταν αναγνωρίζουν τη γραφικότητα και τον θεατρινισμό στην πολιτική του νέου επίτιμου και παλαιού σκυταλοδρόμου, θαμπώνονται από τα καθρεφτάκια και τις χάντρες που πουλάει για ελληνικά:

«Μισγάγκεια απερινόητη», γιά δες καθρεφτάκι ο τίτλος κάποιου έργου του, «καλλίπυγος μαγωδία» άλλη γυαλιστερή χάντρα: ας ανοίξουμε πια λεξικό, π.χ. Δημητράκο, «μαγωδία» λοιπόν είναι ένα είδος άσεμνης παντομίμας, άρα η «καλλίπυγος μαγωδία» είναι μια «παντομίμα με ωραίους γλουτούς»! Άσε «τα θυρανοίξια που εγκαινιάζουν οι εκάστοτε Ισχυροί», παναπεί «εγκαίνια που τα εγκαινιάζουν οι Ισχυροί» εφόσον θυρανοίξια είναι ακριβώς εγκαίνια, εγκαίνια ναού!

Ώστε φύκια για μεταξωτές κορδέλες, κατά την παλιά, γνωστή τακτική των εμποράκων της γλώσσας.


Ανιστόρητες ιστορίες

Νοσταλγούμε τα παιδικά και νεανικά μας χρόνια, και γι’ αυτό εξωραΐζουμε το παρελθόν, ακυρώνουμε αναδρομικά την ίδια μας την ιστορία. Δύναμη αντίδρασης λοιπόν η νοσταλγία, το ’χω γράψει και το ’χω ξαναγράψει, δεν κινδυνεύει, ελπίζω, έτσι η στάθμευση τώρα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και σε πολύ συγκεκριμένες πλευρές της.

Το 1974 τελειώνει μια εφτάχρονη δικτατορία, συνέχεια σε μια αλυσίδα πολέμων, άλλων δικτατοριών, εμφυλίου, συνταγματικών και πολιτειακών εκτροπών. Άνθρωποι, εντάξει, όχι πολλοί, πάντως άνθρωποι γυρίζουν απ’ την εξορία ή βγαίνουν απ’ τη φυλακή, ξανασμίγουν δηλαδή οικογένειες και φίλοι· άνθρωποι, εντάξει, όχι πολλοί, πάντως άνθρωποι ξαναβρίσκουν τη δουλειά τους· και σίγουρα οι πολλοί, όλοι, αναπνέουμε έναν άλλο αέρα. Πολιτιστικός και εκδοτικός οργασμός έπειτα από λογοκρισία και απαγορεύσεις εφτά χρόνων (ή δεκαετιών για τα αριστερά πράγματα!), εφημερίδες, βιβλία, μουσικές, συναυλίες, εκδηλώσεις. Άλλος αέρας και στο ραδιόφωνο (τους ελάχιστους σταθμούς της κρατικής ραδιοφωνίας) και στην τηλεόραση (με τα δύο, κρατικά πάλι, κανάλια της, που εκπέμπουν ελάχιστες ώρες, κι ενώ η συσκευή δεν υπάρχει ακόμα σ’ όλα τα σπίτια!), στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση όπου μπαίνει ξαφνικά η δημοτική στα δελτία ειδήσεων, και λίγο λίγο στον δημόσιο βίο. Κοσμογονικές αλλαγές. Ακολουθούν εκλογές, ξεχασμένο πράγμα, άγνωστο για όσους μεγαλώσαμε μέσα στη δικτατορία, πολιτικές συγκεντρώσεις, συζητήσεις, ατέλειωτα πηγαδάκια στους δρόμους, κινητοποιήσεις, αναζητήσεις, ζυμώσεις. Κοσμογονικές ξαναλέω αλλαγές. Ποιος αντιλέγει; Ή μεμψιμοιρεί; Και ως προς τι;

«Η Αθήνα [...] μετά το 1974 έγινε μια φρικτή πόλη, όπου ακούγονταν αντάρτικα» δηλώνει σε συνέντευξή της (LifO 6/11) η συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου, σκανδαλωδώς έξω από κάθε ιστορικό πλαίσιο.

«Πράγματι» σχολιάζει αναγνώστης αποκάτω, «όπου κι αν καθόσουν για καφέ, από την Κυψέλη μέχρι το Παγκράτι, τα Πατήσια και την Πλάκα, οι καφετέριες έπαιζαν αντάρτικα στη διαπασών. Θυμάμαι τότε που έτρωγα την κερασόπιτά μου στο Ζώναρς και έπαιζε το “Ήρωες, άπαρτα βουνά”.»

Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά…


Μαύρισε το μάτι μας

Μαύρος, Κενυάτης και φέτος ο νικητής στον Μαραθώνιο. Κι ο δεύτερος. Κι ο τρίτος. Μαύροι στη σειρά! Πέρσι τα ίδια. Και πρόπερσι. «Μαύρισε το μάτι μας», όπως του Αγίου Θεσσαλονίκης, τότε που είχε κατέβει στο κέντρο της Αθήνας. Εδώ το 2010 μας πήραν, θα μου πείτε, τον ιστορικό Μαραθώνιο των 2.500 χρόνων από τη μάχη του Μαραθώνα, σε μια «κοσμοϊστορική μέρα, που γιόρταζε όλη η ανθρωπότητα», τη «μέρα που διώξαμε τους Πέρσες», όπως πανηγυρολογούσαν όλα τα μίντια.

Ωρυόμαστε που πάτησαν μαύροι και κίτρινοι το ιστορικό κέντρο της πρωτεύουσας, κι αφήνουμε να μας παίρνουν τους Μαραθώνιους, ιστορικούς και μη.

Μήπως καλύτερα να αποκλειστούν μαύροι και κίτρινοι και όσοι αν-Άριοι από τους μαραθώνιούς μας, κι ας τους αφήσουμε επιτέλους τη Γερανίου, χάρισμά τους.

buzz it!

9/11/13

Η Ντόρα της Αντιτρομοκρατικής - Πολιτική υστέρηση και μεσαιωνική καλογερική

(Εφημερίδα των συντακτών 9 Νοεμ. 2013)



Η Ντόρα της Αντιτρομοκρατικής

«Ανεκδιήγητοι τύποι», «γελοιωδέστατα άτομα» είναι οι τρομοκράτες κατά την Ντόρα Μπακογιάννη. Που η πολιτική της καριέρα οφείλεται κατά το ήμισυ στους τρομοκράτες, θα μπορούσε να πει κανείς: αναφέρομαι στην ένδοξη χηρεία της κ. Μπακογιάννη, όταν δολοφονήθηκε από τη 17 Νοέμβρη ο σύζυγός της, ο Παύλος Μπακογιάννης, ένας πολιτικός με αντιδικτατορική παρουσία, που αντιστάθμιζε το δικό της δυσοίωνο οικογενειακό όνομα, το άλλο μισό της άκοπης και ανέξοδης αλλιώς καριέρας της.

Έτσι, χάρη στο κληρονομικώ δικαίω φωτοστέφανο του θύματος της τρομοκρατίας, κλήθηκε σαν ειδική πλέον η κ. Μπακογιάννη στο δελτίο ειδήσεων αμέσως μετά τη δολοφονία των Χρυσαυγιτών. «Πάντα εύκολους στόχους χτυπούσαν αυτοί» άρχισε να λέει (π.χ. τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα Ρίτσαρντ Γουέλς, κυρία Μπακογιάννη; τον Αμερικανό πλοίαρχο Τζορτζ Τσάντες; ή τον Βρετανό στρατιωτικό ακόλουθο Στίβεν Σόντερς;), με σαρκασμό παρά με οργή, κάτι που θα ήταν δικαιολογημένο και πάντως συμβατό με πολιτική στάση. Και συνέχισε με τους χαρακτηρισμούς που παρέθεσα στην αρχή, σχεδόν καγχάζοντας και με το φορετό χαμόγελό της, είμαι σίγουρος, σαν να το ’βλεπα, καθώς την άκουγα από το ραδιόφωνο, με καγχασμό και ειρωνεία παρά με οργή, ξαναλέω.

Εμβληματική λοιπόν μορφή του αντιτρομοκρατικού μετώπου η κ. Μπακογιάννη, και δυστυχώς τυπικό δείγμα της απολιτικής αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, της μη αντιμετώπισης δηλαδή της τρομοκρατίας στις πολιτικές και κοινωνικές παραμέτρους της, στην ουσία της δηλαδή.


Πολιτική υστέρηση και μεσαιωνική καλογερική

Πάνω από δύο δεκαετίες η Χρυσή Αυγή και γενικότερα ρατσιστικές ακροδεξιές ομάδες ξυλοκοπούν, μαχαιρώνουν, κάνουν επιδρομές σε σπίτια και καταστήματα μεταναστών, καίνε, λεηλατούν, δολοφονούν, με την ανοχή, την κάλυψη ή και τη συμμετοχή της αστυνομίας, και ιδίως της κοινωνίας, όπως εκφράζεται και μαζί καθοδηγείται από τα κυρίαρχα μίντια, με την παρασιώπηση της δράσης της ακροδεξιάς από τη μια, την (υπερ)προβολή προσώπων και ιδεών της απ’ την άλλη –και με το κράτος εν υπνώσει. Κάποια στιγμή, θες από έξωθεν πιέσεις και εντολές, θες από κομματική σκοπιμότητα, να επαναπατριστούν οι ψηφοφόροι της ΧΑ, θες από πολιτική στρατηγική, να προχωρήσουν με αντιναζιστικές περγαμηνές και πεπραγμένα στην αντιμετώπιση του «άλλου άκρου», κυβέρνηση και κρατικός μηχανισμός προχωρούν ξαφνικά σε διώξεις, προφυλακίσεις ηγετικών στελεχών της ΧΑ, κάτι αρχίζει επιτέλους και κινείται. Και τότε έρχεται η διπλή, παραλίγο τριπλή δολοφονία μάλλον τυχαίων Χρυσαυγιτών. Την ώρα που γράφεται το κομμάτι αυτό δεν έχει διεκδικήσει κάποια οργάνωση το χτύπημα, δεν γνωρίζουμε λοιπόν την ιδεολογική ταυτότητα των δραστών, αλλά έτσι κι αλλιώς, αν δεν γλιστρήσουμε στον εύκολο δρόμο της πρακτορολογίας, μπορούμε να μιλήσουμε καταρχήν για πολιτική υστέρηση.

Όμως, με την ίδια ακριβώς ανάγνωση της πραγματικότητας: Πάνω από δύο δεκαετίες η Χρυσή Αυγή κτλ., ακροδεξιές ομάδες κτλ. ξυλοκοπούν, μαχαιρώνουν κτλ., δολοφονούν, με την ανοχή, την κάλυψη ή και τη συμμετοχή κτλ. κτλ., με την ίδια ακριβώς ανάγνωση, λέω, της πραγματικότητας, οφείλουμε να δούμε, όσο κι αν διαφωνούμε, την επίσης πραγματικότητα, ότι κάποιοι, πολιτικά αλλά και ηθικά ελλειμματικοί ή όπως αλλιώς τους πούμε, όμως με πολιτικά κίνητρα, αποφασίζουν να δράσουν στο κενό που δημιουργούσε επί δεκαετίες η αδράνεια και η απουσία τού –αναξιόπιστου και τώρα– κράτους. Οφείλουμε να δεχτούμε, όσο, ξαναλέω, κι αν διαφωνούμε, ότι ένα υπό κατάρρευση και προπαντός διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, που αξεδιάλυτο τμήμα του αποτελούν πλέον και κατά τεκμήριο προοδευτικά κόμματα με τα μίντια και τους διανοουμένους τους, ίσως γι’ αυτό πιο πολύ, γι’ αυτό ακριβώς, μπορεί κάλλιστα να προκαλέσει τέτοιες αντιδράσεις. Εγκληματικές, ναι, όμως πολιτικές. Εγκλήματα, ναι, όμως πολιτικά. Κάτι που αρνούμαστε –ή φοβόμαστε– να δεχτούμε εμείς, η αδρανής στην αρχή, υποκριτική τώρα κοινωνία, παγιδευμένοι στη σκόπιμα καλλιεργούμενη σύγχυση ανάμεσα στο «κατανοώ» και το «στηρίζω», στην ταύτιση εντέλει τού «κατανοώ» και τού «στηρίζω».

Όμως, όσο επιμένουμε να μην κατανοούμε, όσο κλείνουμε τα μάτια μπροστά στην πολιτική και κοινωνική διάσταση της τρομοκρατίας, υποβιβάζουμε ένα μείζον πρόβλημα, ζωτικό για τη δημοκρατία, σε θέμα ποινικού και προπαντός ηθικού κολασμού. Με άλλα λόγια, υποκαθιστούμε την πολιτικοϊδεολογική προσέγγιση, και άρα αντιμετώπιση, με μεσαιωνικής καλογερικής μαντζούνια, κατάρες, αφορισμούς και αναθέματα, στάση που επιτείνει την τυφλή οργή, αυτήν που οπλίζει το χέρι του τρομοκράτη.

Για μένα δεν χωρεί αμφιβολία. Ηθικοί αυτουργοί της τρομοκρατίας είμαστε εμείς.

buzz it!

5/11/13

Στοιχήματα: η μάχη με τα στερεότυπα

συνέντευξη στον Στρατή Μπουρνάζο
που δημοσιεύτηκε στα Ενθέματα της κυριακάτικης Αυγής
3 Νοεμβρίου 2013

buzz it!

3/11/13

Αγκυλώσεις της κατεστημένης διανόησης - Στρεψοδικία με Ονομασία Προέλευσης


(Εφημερίδα συντακτών 2 Νοεμβρίου 2013)


Αγκυλώσεις της κατεστημένης διανόησης

Πάνε αρκετές δεκαετίες, μικρά παιδιά εμείς, που σε κάθε αταξία μας θα μας έκανε μια χαψιά ο αράπης, θα μας έπαιρνε η γύφτισσα ή οι τσιγγάνοι. Απ’ τη μια λοιπόν ο τρόμος, απ’ την άλλη όμως, όσο μεγαλώναμε λιγάκι κιόλας, οι φαντασιώσεις με τις «αραπίνες λάγνες ερωτιάρες», με τα φλογισμένα μάτια και τα φιδίσια κορμιά, που αναδύονταν από το τραγούδι του Τσιτσάνη. Έπειτα, με την ηλικία και τη γνώση, το γενικό και αόριστο «αράπης» βρήκε στα μάτια μας τα εθνοφυλετικά χαρακτηριστικά του και η χρήση της λέξης περιορίστηκε, ενώ η «γύφτισσα» λ.χ. έμεινε με τις γενικότερα μειωτικές συνδηλώσεις της, ανεξάρτητα από εθνοφυλετικό προσδιορισμό.

Με τον καιρό δηλαδή κρατούσε ο καθένας ό,τι του υπαγόρευε η παιδεία του και η ιδεολογία του. Η γλώσσα πάντα τα χωρούσε όλα, κι επέλεγε ο χρήστης, η γλωσσική κοινότητα, η κοινωνία, ο πολιτισμός, η εποχή.

Έτσι πέρασε κι έφυγε ο αράπης από τη γλωσσική χρήση, πολύ προτού υπάρξει η πολιτική ορθότητα (πολιτική ευπρέπεια, καλύτερα), που, χωρίς να της λείπουν, είναι η αλήθεια, οι ακρότητες και οι υπερβολές, ξεβολεύει ράθυμες συνειδήσεις. Ούτε αναλύσεις χρειάστηκαν, ούτε μανιφέστα, δυο πραγματάκια διάβαζε ή άκουγε κανείς, και εγκατέλειπε χωρίς πολλά πολλά τη λέξη. Όπως αργότερα, όταν υιοθετήθηκε η αμερικανική κυρίως άποψη για τη μειωτική σημασία της λέξης νέγρος, κι ας είχαν υπάρξει σε ανύποπτη εποχή, το ’67, τα Νέγρικα του Λοΐζου και του Νεγρεπόντη, με τις προοδευτικές ίσα ίσα περγαμηνές των δημιουργών τους. Έμειναν φυσικά τα Νέγρικα, παραμερίστηκε ωστόσο η χρήση της λ. νέγρος, πάλι χωρίς θρηνωδίες. Ή ευφυολογήματα και ειρωνείες.

Που περίσσεψαν τις μέρες αυτές για τον όρο Ρομά, που εκτοπίζει σιγά σιγά τον όρο τσιγγάνοι αθίγγανοι, σύμφωνα με παλαιότερη απόπειρα «εξευγενισμού»).

Και την ώρα που στην Ευρώπη του περήφανου δυτικού πολιτισμού, με πρώτη τη χώρα του διαφωτισμού, φουντώνει (και) ο ρατσισμός κατά των Ρομά, ήρθε σ’ εμάς, πλούσιο λίπασμα στον εγχώριο ρατσισμό, η ιστορία με «το ξανθό αγγελούδι», τη μικρή Μαρία. Και βρήκαν ακριβώς την ώρα οι διανοητές μας να επιδοθούν σε αγώνα ευφυολογημάτων για τον όρο Ρομά, και να συμπέσουν στα αξιοδάκρυτα, πως τώρα ο παλαμικός Δωδεκάλογος του Γύφτου θα γίνει «Δωδεκάλογος του Ρομά» κτλ. Κάτι σαν τα χονδροειδή προβοκατόρικα κάποτε των γλωσσαμυντόρων ότι στη δημοτική θα λέμε «Παλιοκουβέντα» τον Παλαιολόγο, «Κεχριμπάρα» την Ηλέκτρα, και «Σκύψτε τις κούτρες σας» αντί Τας κεφαλάς υμών τω Κυρίω κλίνατε

Γλωσσικά απλώς παιχνίδια, άμοιρα ιδεολογίας;

Διαβάστε την κατακλείδα σχετικού άρθρου, με τίτλο ακριβώς «Ο δωδεκάλογος του Ρομά»: «Το πρόβλημα είναι ότι οι κοινότητες, ασχέτως φυλετικών χαρακτηριστικών, που κινούνται σαν άτυπα κύτταρα στην κοινωνία διαβρώνουν τους ιστούς της. Είτε λέγονται Ρομά είτε τσιγγάνοι είτε γύφτοι». Μην ψάχνετε εκεί που νομίζετε την υπογραφή. Είναι ο γνώριμος Τάκης Θεοδωρόπουλος, στην όλο και πιο αγνώριστη Καθημερινή (22/10).


Στρεψοδικία με Ονομασία Προέλευσης

Από τα πιο φρέσκα κι ωστόσο όζοντα του κ. Γεωργουσόπουλου ––οφείλω να επανέλθω––, η σκανδαλώδης αποσιώπηση όλων των Γάλλων δημιουργών των τελευταίων 40 χρόνων, η πανηγυρική δήλωση πως δεν υπάρχει πολιτιστική παραγωγή στη Γαλλία τα τελευταία 40 χρόνια, έτσι που να σπεύδει η στέρφα αυτή χώρα να αγκαλιάσει ό,τι κατιμά βρει μπροστά της, εν προκειμένω τον Δημήτρη Δημητριάδη. Η στρεψοδικία προφανής, εκτός κι αν αγνοεί ο κ. Γεωργουσόπουλος, ή αν δεν του κάνουν, ακόμα και 2 νόμπελ λογοτεχνίας, του Κλωντ Σιμόν το 1985, του Λε Κλεζιό μόλις το 2008.

Και τι τάχα απάντησε ο κ. Γεωργουσόπουλος (όχι τυπικά σ’ εμένα, αφού η «απάντησή» του ήταν πριν απ’ το κομμάτι το δικό μου); Πως βγήκε η «γνωστή και μη εξαιρετέα παρεούλα» να προστατέψει τον «καημενούλη» τον Δημητριάδη, που βρήκε στέγη «στα γεράματά του» (sic!) κ.ά. Ούτε λέξη για το αντικείμενο της καταγγελίας, τη λαθροχειρία του να εξαφανίσει ταχυδακτυλουργικά την πολιτιστική παραγωγή της Γαλλίας. Δηλαδή, απλώς δεν απάντησε ο κ. Γεωργουσόπουλος.

Έχει μάθει, είναι η αλήθεια, ο κ. Γ. στην ασυλία που του εξασφάλιζαν δύο σελίδες και ένα μονόστηλο εβδομαδιαίως στη μεγαλύτερη κάποτε εφημερίδα, πόστα και διευθυντικές καρέκλες σε οργανισμούς και επιτροπές, και διέπρεψε έτσι, με σεξιστικού τύπου ειρωνείες, με υπονοούμενα για την προσωπική ζωή των εκάστοτε αντιπάλων του κ.ά., σε στρεψοδικίες, παρασιωπήσεις, φτωχομπερμπαντιές. Και νταηλίκια, όπως τώρα στο υστερόγραφό του: «Μήπως προτιμούν να πιάσω έναν έναν τους επιβάτες της γαλέρας;»

Κι ας μην είμαι στη γαλέρα, ή σίγουρα στην «παρεούλα» (προσωπικά δεν το γνωρίζω το θέατρο του Δημητριάδη), κοπιάστε, θα έλεγα, ξεκινήστε, κύριε Γεωργουσόπουλε. Ίσως μιλήσουν κι άλλοι πια.

buzz it!