7/6/15

Εαρινή σύνοδος των άστρων

(Εφημερίδα των συντακτών 6 Ιουνίου 2015, με μία σημείωση εδώ)



Σύνοδο των άστρων έχουμε, ως γνωστόν, όταν δύο ουράνια σώματα έρχονται σε τέτοια θέση ώστε να φαίνονται από τη γη σε νοητή ευθεία. Οι συνέπειες μιας τέτοιας συνόδου στη ζωή των ανθρώπων εξαρτώνται προφανώς από το μέγεθος των αστέρων.

Έτσι, μπορεί και ν’ αλλάξει η ζωή μας, όχι με μνημόνια και αντιμνημόνια και άλλα πεζά, αλλά με την εαρινή σύνοδο που παρατηρήθηκε, σαββατοκύριακο 30-31 Μαΐου, όταν στις δύο σοβαρότερες, όπως λέμε, εφημερίδες, Καθημερινή και Βήμα, βρέθηκαν σε νοητή ευθεία Τάκης Θεοδωρόπουλος και Γεώργιος Μπαμπινιώτης.

Και το όνομα της ευθείας: καθαρεύουσα!

Τον ερχομό, την επιστροφή μάλλον, της οποίας ευαγγελίζεται ο πρώτος, ενώ εντέχνως της καίει θυμίαμα ο δεύτερος.

«Κι αν επιστρέφαμε στην καθαρεύουσα;» ρωτάει ρητορικά ο τίτλος του Τ. Θεοδωρόπουλου, ενώ ο Γ. Μπαμπινιώτης, παρουσιάζοντας το καινούριο του Λεξικό των πιο απαιτητικών λέξεων της νέας ελληνικής, δηλώνει λ.χ. ότι δεν θα πει πως κάτι «είναι γεμάτο από…» αλλά πως «γέμει». Δηλαδή, λέω εγώ, αν θέλουμε να είμαστε «απαιτητικοί» ομιλητές, δεν θα πούμε πως το μνημόνιο είναι γεμάτο δυσβάστακτους όρους αλλά πως «γέμει δυσβαστάκτων όρων»!


Στη χορεία των προφητών

Ο λόγος πρώτα στον Τ.Θ., επειδή, μία μόλις Κυριακή πιο πριν (24/5), είχε και άλλη, σχετική επιφυλλίδα, με τίτλο «Το τέλος της ελληνικής γλώσσας». Απελπιστικά έως κωμικά κοινότοπη η προφητεία, επαναλαμβάνεται κυριολεκτικά ανά τους αιώνες· στην εφημερίδα μάλιστα στην οποία βρήκε πια τη θέση του ο Τ.Θ., επαναλαμβάνεται δεκαετίες τώρα από τον Χρήστο Γιανναρά, που δηλαδή μόνο από σύμπτωση έλειψε από τη σύνοδο, οπότε θα είχαμε, πιο σπάνιο νομίζω ακόμα, συζυγία των άστρων.

Είχα αποφύγει τον πειρασμό να ασχοληθώ με την επιφυλλίδα εκείνη, επανέρχεται όμως τώρα ο Τ.Θ., είναι και η σύνοδος που είπαμε, έτσι θα σταθώ στο κύριο τουλάχιστον σημείο της. Έγραφε λοιπόν ο Τ.Θ. ότι το τέλος της γλώσσας θα έρθει με την αφαίρεση της μιας από τις δύο ώρες διδασκαλίας της λογοτεχνίας στην Γ΄ λυκείου, άρα με την ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση της λογοτεχνίας, υποβάθμιση πάντως που ίσχυε ανέκαθεν, όπως ομολογεί ο ίδιος. Και θα έρθει το τέλος, γιατί, λέει, «την ελληνική γλώσσα δεν την έφτιαξαν οι Κριαράδες και οι Μπαμπινιώτηδες, με όλον τον σεβασμό. Την έφτιαξαν οι Σεφέρηδες, οι Παλαμάδες, οι Θεοτοκάδες, και οι Καβάφηδες».

Ας παραβλέψουμε ενοχλητικές ερωτήσεις του τύπου πώς τάχα προχώρησε ή καν υπήρξε γλώσσα όταν δεν υπήρχε (γιατί δεν υπήρχε πάντα) μεγάλη λογοτεχνία κ.ά., και ας πάμε στο ουσιώδες. Που μας το λέει όχι μόνο η γλωσσολογία, αλλά και ποιητής, ο Σολωμός, στον περίφημο Διάλογο, όταν ο Ποιητής δηλώνει στον Σοφολογιότατο:

– Ο διδάσκαλος των λέξεων είναι ο λαός. Επίσης:

τη σημασία των λέξεων ο λαός την διδάσκει του συγγραφέα·

υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού, και, αν είσαι αρκετός, κυρίεψέ την·

– [οι λέξες μας έχουν] την ευγένειαν οπού είχαν οι αγγλικές, πριν γράψει ο Σέικσπηρ, οπού είχαν οι γαλλικές, πριν γράψει ο Ρασίν, οπού είχαν οι ελληνικές, πριν γράψει ο Όμηρος, και όλοι τους έγραψαν τες λέξες του καιρού τους.

Μάλλον γι’ αυτό αποκλείστηκε εντέλει ο Σολωμός από την παρέα του Σεφέρη, του Παλαμά και του Καβάφη, ενώ βρήκε λ.χ. θέση ο Θεοτοκάς! Άσε πια τη χλεύη του Σολωμού για άλλο αντικείμενο λατρείας του Τ.Θ., τους τόνους και τα πνεύματα.

Και καλά ο Σολωμός, αλλά κι ο Πλάτων, συνεχές σημείο αναφοράς του Τ.Θ.; Που, αν δεν τον διάβασε όλον, κατανοητό, του τον δίνει πάλι ο Σολωμός, παραπέμποντας στον Αλκιβιάδη, ο οποίος λέει πως τα ελληνικά (το ελληνίζειν) τα διδάχτηκε απ’ τους πολλούς.

Περίεργες παρασιωπήσεις.

Τώρα ο Τ.Θ., έπειτα από μακρά εκστρατεία αποκατάστασης της τιμής «της καθαρευούσης», κηρύσσει την επιστροφή της διδασκαλίας της, ίσως επειδή δεν ξέρει πως δεν διδάσκεται η καθαρεύουσα, πως δεν έχει γραμματική δική της παρά τσιμπολογάει απ’ την αρχαία (Τζάρτζανος διδασκόταν ανέκαθεν), και πάντως, ακόμα κι αν διδάσκεται, ακριβώς επειδή είναι τεχνητή γλώσσα, παρ’ όλα όσα σοφίζεται ο Τ.Θ., δεν μαθαίνεται![1]

Άραγε έπιασε απλώς τον σφυγμό της εποχής ο Τ.Θ., την έλξη που ασκούν πολυτονικά και καθαρεύουσες κι αστραφτερές ελληνικούρες; Και είναι απλώς επικοινωνιακά παιχνίδια, απ’ αυτά που κάνουν βεβαίως γερό ταμείο, οι συνεχείς ύμνοι στην καθαρεύουσα, με μόνο «επιχείρημα» τους μετρημένους στα δάχτυλα συγγραφείς που μεγαλούργησαν στην καθαρεύουσα, Βιζυηνό, Ροΐδη κ.ά.; Ή πια πιστεύει τόσο αφελώς ότι η καθαρεύουσα τους έκανε μεγάλους, ίδια όπως πίστευαν οι αττικιστές ότι, με την επιστροφή στα αρχαία, θα γίνουν όλοι Σοφοκλήδες και Αισχύλοι;

Για το τέχνασμα του Γ. Μπαμπινιώτη, την επόμενη φορά.



[1] Απόδειξη, ο ίδιος ο Τ.Θ., αν θυμηθώ τα «για την πορείαν», «ένδοξαι μάχαι», αντί ένδοξοι, και «αι ακτίναι», αντί ακτίνες, από τα πολλά που του είχε επισημάνει ο Παντελής Μπουκάλας (Καθημερινή 2.5.92· τώρα, Ενδεχομένως: Στάσεις στην ελληνική και ξένη τέχνη του λόγου, εκδ. Άγρα, 1996, σ. 279 κ.ε.), όταν είχε βάλει ήρωα μυθιστορήματός του (Το αδιανόητο τοπίο, 1991) να μιλάει καθαρεύουσα.

buzz it!