25/2/17

Το βοτσαλάκι, η Μαγδαληνή κ.ά. καρναβαλικά

(Εφημερίδα των συντακτών 24 Φεβρ. 2017)


Οι μέρες το απαιτούν, το Καρναβάλι, όχι πως δεν το ’χουμε ολοχρονίς εμείς, εν πάση περιπτώσει από βδομάδα αρχίζει η μεγάλη Σαρακοστή, νηστεία και προσευχή. Ας το γλεντήσουμε τώρα, όσο γίνεται, με κάποια αμιγώς φαιδρά, ή έστω και με τη φαιδρή όψη κάποιων κατά τα άλλα τραγικών.

Η αρχαιοελληνίστρια: «Είμαι από επιλογή αρχαιοελληνίστρια» δήλωσε προ καιρού η Βάνα Μπάρμπα. «Αγαπώ πάρα πολύ την αρχαία Ελλάδα…» Η αλήθεια είναι πως δεν είναι σκέτα κωμική η δήλωση αυτή, καθώς απηχεί όλα τα ιδεολογήματα για το αρχαίο μας κλέος –εκτός ίσως από τη συνέχεια: «Και σίγουρα θα ήμουν εταίρα… τι άλλο; Τότε οι διανοούμενες ήταν οι εταίρες. Η σύζυγος ήταν, ας πούμε, το δουλικό. Η γυναίκα του Περικλή, η Ασπασία, ήταν εταίρα, χάλι μαύρο, αλλά δεν παύει να ήταν εξουσία».

Πάμε αλλού, και όχι εκεί που μας τρομάζει αρχικά μια

Συνομιλία με αγγέλους: Γιατί κάτι δεν πάει καλά, όταν ακούει κανείς φωνές, εκτός κι αν είναι ο Καραμανλής ο εθνάρχης που άκουγε να του μιλάει η Ιστορία, ή ο Σταύρος Θεοδωράκης, που μέσαθέ του μια φωνή του έλεγε: «Κάνε κάτι!», και τα ’κανε αυτός Ποτάμι, θάλασσα κοινώς. Κάτι, λέω, δεν πάει καλά, όταν ακούμε φωνές, ακόμα χειρότερα εάν βρεθούμε να μιλάμε με αγγέλους. Αλλά μην τρομάζουμε, όπως είπα, τουλάχιστον κατέχουμε τη γλώσσα:

«Αν τυχόν κάπου συναντήσω αγγέλους θα τους μιλήσω ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε μεταξύ τους με μουσική.[1] Η Ελληνική Γλώσσα ως όχημα διάδοσης της χριστιανικής διδασκαλίας και ο κίνδυνος αποξένωσης απ’ αυτή με τη χρήση των greeklish»: ιδού το θέμα του 10ου Παγκύπριου Μαθητικού Διαγωνισμού της Αρχιεπισκοπής –σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.

Πάλι μας βάλαν τα γυαλιά από τη θυγατέρα Κύπρο· φάε τη σκόνη τους Κώστα Ζουράρι, ή αλλιώς

Αθώο βοτσαλάκι: Ντιπ ανόρεχτη η τελευταία συνέντευξη του υφυπουργού Παιδείας σε λαϊφστάιλ τηλεοπτική εκπομπή, χωρίς ιδιαίτερα πυροτεχνήματα, ίσως επειδή του ήταν γνωστή η δημοσιογράφος, ή επειδή ήταν μόνο μία κάμερα μπροστά του, πάντως παραπονεμένους δεν μας άφησε: Μάθαμε π.χ. ότι παλιά έλεγε «τρομερό φλιτζάνι», συμπαθές αυτό, ότι τον Θουκυδίδη «δεν τον πολυδιαβάζ[ει], γιατί τον ξέρ[ει] περίπου απέξω», έπαιξε και λίγο πιάνο, και θυμηθήκαμε το άλλο του εξαιρετικό: «Εγώ, όταν θέλω να απολαύσω Μπετόβεν, δεν πάω σαν χαζός νεόπλουτος στο Μέγαρο, εγώ, όταν θέλω να απολαύσω Μπετόβεν, παίζω Μπετόβεν στο πιάνο»!

Ώσπου ήρθε η ερώτηση αν θα έκανε τρίτο γάμο, και κάτι αυθεντικά ζουράρειο αμόλησε, ότι θα παντρευόταν τον φίλο του τον τάδε, ο οποίος όμως τον βαριέται, αλλιώς:

«είναι διάφορες κουκλάρες, αλλά γι’ αυτές είμαι πολύ γέρος… Με συνοδεύει μια φήμη, καθ’ υπερβολήν βεβαίως, αλλά εν πάση περιπτώσει…  –Τι φήμη; του γυναικά; – Όχι, παιδί μου, δεν είμαι γυναικάς· ότι οι κυρίες έχουν μια τάση να θέλουν να με εγκλωβίσουν. –Αλλά εσείς δεν εγκλωβίζεσθε… –Εγώ είμαι ως βοτσαλάκι αθώο, το οποίο ορισμένες κυρίες και δεσποινίδες το πατάν· το πατάν και μετά φεύγουν».

Και μάθαμε έτσι την [αυτο]εικόνα που ’χει στοιχειώσει το μυαλό του Ζουράρι, αφού και σε παλαιότερη συνέντευξή του, έτος 2005, δήλωνε πάλι:

«Δεν είμαι εγώ γυναικάς! Να κατηγορείς τις κυρίες που είναι οι πιο ζουραρικές των νεορθοδόξων, των ορθοδόξων ή των μη ορθοδόξων. Εγώ είμαι σα βοτσαλάκι φρόνιμο κι έρχονται αυτές και ποδοπατούν το βοτσαλάκι. Τι φταίει το φρόνιμο το βοτσαλάκι γι’ αυτό;»

Συγκινητικός, δεν λέω. Γιατί άλλοτε ή τώρα αλλού αγριευόμαστε:

Η μετανοούσα Μαγδαληνή: Φαιδρό κι αυτό; Από μιαν άποψη, ναι, ή σίγουρα γελοίο. Να διαβάζεις πως για τη χρεοκοπία του περιβόητου Συγκροτήματος φταίει όχι απλώς ο ΣΥΡΙΖΑ (το διαβάσαμε κατά κόρον αυτό) αλλά η Αριστερά εν γένει, από παλιά, και ο συνδικαλισμός! Από την εποχή δηλαδή που ο νυν Μαγδαληνής (κατά κόσμον Ηλίας Κανέλλης) εξυμνούσε το γιαούρτωμα σαν επαναστατική πράξη («Υπέρ γιαουρτιού», Η εποχή 2.4.95) –βάζοντας δηλαδή κι ο ίδιος το χεράκι του στη χρεοκοπία του νυν εργοδότη του. «Είναι μια στάσις αυτοκριτική κι αυτή. Νιώθεται» –ας με συχωρέσει για την παράφραση ο Καβάφης.

Για αυλαία, κι άλλος ένας, τρόφιμος αυτός της στήλης:

Άκου «πώς τον είπαμε»! «Πώς τον λένε τον υπουργό της Παιδείας; Γαβρόγλου, αν θυμάμαι καλά»: έτσι αρχίζει πρόσφατη επιφυλλίδα του ο κυρ Τάκης, όπως γράφει ο ίδιος για άλλους, της Καθημερινής (17/2), χιούμορ και ειρωνεία της δεκάρας, ότι δεν ξέρει ούτε τ’ όνομα, πόσο μάλλον το έργο του Γαβρόγλου (όχι πως είναι και τελείως απίθανο, έτσι ημιμαθής που αποδεικνύεται συχνά), και επιμένει: «ο κ. “πώς τον είπαμε”».

Όντως, μας κόπηκε το γέλιο από ώρα. Καλή αποκριά ωστόσο.



[1] Νικηφόρο Βρεττάκο αντιγράφει η Ιερά Αρχιεπισκοπή, χωρίς σχετική μνεία, όσο μπόρεσα να δω: Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα / στους γαλάζιους διαδρόμους / συναντήσω αγγέλους, θα τους / μιλήσω ελληνικά, επειδή /  δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε / μεταξύ τους με μουσική («Η ελληνική γλώσσα»).

buzz it!

18/2/17

Παντελής Μπουκάλας: έργο και ήθος

(Εφημερίδα των συντακτών 18 Φεβρ. 2017)


«Η ίδια η παρουσία του Παντελή, το έργο του και η ηθική του στάση έχουν τη δύναμη να μεταμορφώνουν τους άλλους, έστω στιγμιαία, σε κάτι καλό, βγάζουν από τους άλλους ό,τι καλύτερο έχουν μέσα τους, την καλή τους πλευρά…»

Ξεκινώ μ’ αυτήν τη σοφή κουβέντα ακριβής φίλης για ακριβό φίλο, έτσι καθώς σχολιάζαμε την αίσθησή μας από το ετερόκλητο κοινό και την όλη ατμόσφαιρα στην παρουσίαση της Αγαπώς του Παντελή Μπουκάλα: αυτός είναι ο ακριβός φίλος· η Κοραλία Σωτηριάδου είναι η ακριβή, το λιγότερο που έχω να πω τώρα, φίλη· η Αγαπώ είναι ένα καινούριο, θηριώδες βιβλίο του Μπουκάλα, κοντά 600 σελίδες, πρώτος τόμος μιας 16τομης (!), όπως αναγγέλλεται, σειράς δοκιμίων για το δημοτικό τραγούδι. Ο πλήρης τίτλος: Όταν το ρήμα γίνεται όνομα: Η «Αγαπώ» και το σφρίγος της ποιητικής γλώσσας των δημοτικών (Άγρα, 2016).

Για τον φίλο θα μιλήσω λοιπόν, όχι για το βιβλίο του, ούτε γενικότερα για το έργο του: δεν έχω γράψει ποτέ για φίλους εν ζωή, δεν γράφουμε συνήθως για φίλους παρά μόνο όταν πεθάνουν, με κάτι τότε να μας πνίγει, που δεν τους είπαμε το ευχαριστώ μας όσο ζούσαν. Ε, τον φίλο θα ευχαριστήσω τώρα, με την άδεια έτσι κι αλλιώς του είδους, της επιφυλλίδας, καθώς, από την άλλη, δεν μπόρεσα να ανταποκριθώ στην πρότασή του να μιλήσω στην παρουσίαση, ενώ εκείνος το είχε θεωρήσει αυτονόητο να παρουσιάσει παλαιότερα τα γλωσσικά τα δικά μου. Όχι πως τα μετράει έτσι ο Παντελής· ο Παντελής δεν ξέρει διόλου από λογιστική, από μαθηματικές πράξεις και υπολογισμούς· ο Παντελής είναι ένας βαθύπλουτος σοφός, που σκορπάει απλόχερα, χωρίς ποτέ του να τον νοιάζει πόσα ή πού.

Ο Παντελής είναι ο μαθητής που θα ήθελα, που θα μπορούσα να έχω, αλλά δεν είχα. Λέω «θα μπορούσα», γιατί ο Παντελής με διαδέχτηκε χρονικά σαν διορθωτής στον Πολίτη, ένδοξες εποχές Άγγελου Ελεφάντη, χωρίς όμως να υπάρξει αυτό που λέμε «παράδοση»: εγώ ήμουν ήδη ουσιαστικά φευγάτος, και η λειψή έτσι κι αλλιώς κοινωνικότητά μου δεν θα μπορούσε να συναντηθεί με τη σχεδόν αντικοινωνικότητα, θα αποτολμήσω: την αγριμιότητα του 20χρονου παιδιού, που τότε κοντά είχε έρθει από την επαρχία στην Αθήνα, με τα μάτια μονίμως κάτω και το στόμα κλειστό. Δεν υπήρξε λοιπόν μαθητής μου, οπότε και θα έλεγα τώρα το τετριμμένο μα συχνό και θαυμαστό ότι ο μαθητής ξεπέρασε τον δάσκαλό του.

Γιατί από χρόνια τώρα δάσκαλός μου είναι ο Παντελής: όχι σε επιμέλειες και σε βιβλία αλλά στα μεγάλα και ουσιώδη της ζωής μας, τις ιδέες που μας οδηγούν, στα ιδεολογικά λοιπόν, τα ηθικά που μας μετράνε –και τα αθλητικά, όπου απελπισμένος προσπαθεί να με ξεστραβώσει ο και εδώ πολύς διδάκτορας Μπουκάλας.

Ναι, πολυδιδάκτορα τον λέω, τον πτυχιούχο της οδοντιατρικής, μα αμέσως έπειτα ακάματο συλλογέα «διδακτορικών», από την κλασική φιλολογία ώς τη θεολογία, όπως τον πειράζω. Μ’ αυτή, την κερδισμένη μέρα με τη μέρα εντυπωσιακή εποπτεία σε όλους τους τομείς, εποπτεία που δημιούργησε έναν από τους πιο λαμπερούς επιφυλλιδογράφους, πορεύεται και μας χαρίζει δώρα πολύτιμα ο Μπουκάλας, με την ποιητική του τέχνη, την οξυδερκή και ακριβοδίκαιη κριτική ματιά του στα της λογοτεχνίας, τη βαθυστόχαστη δοκιμιογραφία, κι έπειτα τις μεταφράσεις αρχαίας γραμματείας, που ελάχιστες από αυτές, του αρχαίου δράματος, έχουν παιχτεί και ακόμα λιγότερες εκδοθεί, ενώ γεμίζουν με τα χρόνια τα συρτάρια του.

Και εδώ ακριβώς ήθελα λίγο να σταθώ, αφού το άλλο έργο του είναι ευρέως γνωστό, λέω λοιπόν για τις μεταφράσεις του, υπόδειγμα μεταφραστικού ήθους πρώτα πρώτα, π.χ. στο ακανθώδες θέμα της απόδοσης του Αριστοφάνη, κι έπειτα μέτρο σύγκρισης και ελέγχου όχι απλώς των κάθε λογής συμπιλημάτων αλλά πολλών από αυτές με τις τρανές, καμαρωτές υπογραφές. Ορέστεια, Όρνιθες, Βάτραχοι, Αχαρνείς, Τρωάδες, Βατραχομυομαχία, βιβλία της Παλατινής, Βίοι παράλληλοι του Πλούταρχου, Κύκλωψ του Ευριπίδη, και ούτε που ξέρω πόσες άλλες, γεμίζουν, ξαναλέω, τα συρτάρια του, ενώ ο Παντελής, πώς να το κάνουμε, εξηνταρίζει οσονούπω, πού είναι οι χορηγοί, τα ιδρύματα και οι ακαδημίες, να βρει τη θέση της στα γράμματα και την παιδεία μας αυτή η τόσο σημαντική πλευρά του έργου του!

Όμως, το πιο πολύ είναι η ηθική στάση του, που είπε η Κοραλία, ο ανυποχώρητος και ασυμβίβαστος μαχητής κι ωστόσο πράος (νά τι δεν κατάφερε να μου μεταδώσει, μάλλον τι δεν κατάφερα να μάθω εγώ)· ο δοσμένος στις ιδέες του κι άγρυπνος στα κοινά, πάντοτε ενεργός πολίτης, καίτοι πολυβασανισμένος, σε σώμα και ψυχή. Που ακριβώς με την ηθική του στάση διδάσκει· και δείχνει τον δρόμο: σταθερός οδοδείκτης, κι ας μη μ’ αρέσει η λέξη.

Φίλε Παντελή Μπουκάλα, σ’ ευχαριστώ κι από εδώ.

buzz it!

12/2/17

Η ανευθυνότητα του Τάκη, σταυρός του «Κωστάκη»

(Εφημερίδα των συντακτών 11 Φεβρ. 2017)


Τι κάνεις αλήθεια όταν διαβάζεις τίτλο άρθρου «Η επινόηση της ισλαμοφοβίας»; Πάντως δεν μπαίνεις σε σοβαρή συζήτηση, είτε στον Στόχο τον διαβάζεις ή τη Χρυσή Αυγή, είτε ακόμα ακόμα, αν είναι ποτέ δυνατόν, στην Καθημερινή. Κι όμως είναι, όπως το καταλάβατε, είναι εννοώ δυνατόν, στην Καθημερινή υπήρξε τέτοιο άρθρο (5/2), του Τάκη Θεοδωρόπουλου (ΤΘ), επίσης θα το καταλάβατε. Έστω λοιπόν η αναφορά αυτή το μόνο σχόλιο, τίποτ’ άλλο. Πάει καιρός εξάλλου που ο εν λόγω ανεβάζει όλο και πιο ψηλά τον πήχη της μισαλλοδοξίας· γράφει, βλέπεις, και κάθε μέρα, τις μονές για ανώτερες φυλές, θρησκείες και πολιτισμούς, τις ζυγές για την επικατάρατη «πολιτική ορθότητα» και τους «λυρικούς ανθρωπιστές», τις Κυριακές κλίνει: «η καθαρεύουσα, γενική της καθαρευούσης» –η σειρά μπορεί να αλλάξει, η θεματολογία όχι.

Δεν σχολιάζεις λοιπόν την ουσία, ο όρος και μόνο «επινόηση» για την ισλαμοφοβία, και μάλιστα επί αυτοκρατορίας πλέον Τραμπ, ορίζει αυστηρά την ιδεολογία, πάμε να φύγουμε. Άσχετα λοιπόν από την ιδεολογία του, κι αφού πια τη δηλώνει θαρρετά (προχτές ειρωνευόταν τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, χτες έγραφε τον εμφύλιο συμμοριτοπόλεμο), ένα με σταμάτησε στην επιφυλλίδα αυτή, ενδεικτικό του τρόπου πια.

Μας λέει λοιπόν ότι του πήγε η σύζυγός του το κύριο άρθρο που είχε γράψει αυτός στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Το Τέταρτο, το 1985, όπου εξηγούσε γιατί είχαν επιλέξει τον «ιστορικό τονισμό»: «Μα δεν βαρέθηκες να υποστηρίζεις τα ίδια και τα ίδια;» τον ρώτησε. «Όχι» της απάντησε· «κρίνοντας δε από τις αντιδράσεις που προκαλώ, μάλλον θα συνεχίσω όσο μπορώ ακόμη να γράφω».

Και τι έγραφε τότε; Ότι επέλεξαν τον «ιστορικό τονισμό», το πολυτονικό, που έχει και ιστορία 2.000 χρόνων (όπως μόνο ο ΤΘ μετράει!), για να μην οδηγηθεί η γραφή μας στη «λατινικοποίηση» (!), αλλά και σαν κάτι απολύτως φυσικό: «όπως είναι φυσικό να διαβάσουμε τον Ερωτόκριτο, τον Στρατηγό Μακρυγιάννη, τον Καβάφη, τον Σεφέρη και τον Ελύτη έτσι όπως γράφτηκαν, με τις περισπωμένες τους, τις ψιλές τους και τις δασείες τους».

Και με ποιες περισπωμένες, ψιλές και δασείες έγραφε π.χ. ο Μακρυγιάννης; ηςτινδοξα υςτινδοξα ηςτινδοξα τοθεο τιςαυατριαδος τις θεοτοκος τοαγιανι τοβαφτιστι (δηλαδή: Εις την δόξα εις την δόξα εις την δόξα του Θεού, της αϊα-Τριάδος, της Θεοτόκος, του α-Γιάννη του Βαφτιστή…), έτσι αρχίζουν τα Οράματα και θάματά του, το δεύτερο «στορικόν» του, μετά τα Απομνημονεύματα, έτσι δηλαδή έγραφε ο Μακρυγιάννης, και προφανώς δεν νοείται να τον διαβάζουμε έτσι, αλλά όπως τυπώνεται, αν αυτό ήθελε να πει ο ΤΘ αλλά τα μπέρδεψε, όπως τυπώνεται λοιπόν κατά τις συμβάσεις της εποχής ή και τα γούστα, απλώς, του εκάστοτε εκδότη: πολυτονικό, πολυτονικό με βαρείες, χωρίς βαρείες, μονοτονικό, ή και ατονικό. Παραδρομή, όμως, ας δεχτούμε, μολονότι είναι συχνό το «επιχείρημα», που θέλει να αντλεί κύρος ακριβώς από το πώς έγραφαν, πώς ήθελαν και έγραφαν, οι ίδιοι οι δημιουργοί. Ας αφήσουμε λοιπόν τον Μακρυγιάννη, και πάμε στον Ελύτη, που αυτός ήθελε όντως πολυτονικό, με βαρείες όμως ή χωρίς, του ήταν παντελώς αδιάφορο, και έμενε στην κρίση του εκάστοτε επιμελητή του: έχουμε λοιπόν άλλα έργα του με βαρείες, άλλα χωρίς, μερικά και έτσι και αλλιώς, σε διαφορετικές εκδόσεις. Αρκεί.

Τη σταθερότητα απλώς ήθελα να επισημάνω του ΤΘ, τη συνέπεια στην προχειρογραφία, την ανευθυνογραφία, συχνά, κυρίως, στην ανακριβολογία, πάντως στην ελλιπή ή και ανύπαρκτη ενημέρωση, όπως έχω δείξει πολλές φορές.

Με ένα εκρηκτικό μείγμα αυτών των ιδιοτήτων θα κλείσω εδώ, όπως παρουσιάζεται σε πρόσφατο άρθρο του, με τίτλο «Αναζητώντας το φύλο της Αντιγόνης» (25/1). Στόχος του η (υποτιθέμενη) αφαίρεση της Αντιγόνης από το διδακτικό πρόγραμμα και η προσθήκη της περίφημης θεματικής εβδομάδας, που το ένα από τα τρία σκέλη της έχει να κάνει με το βιολογικό και κοινωνικό φύλο, με τα στερεότυπα που οδηγούν στην έμφυλη βία, την ενδοοικογενειακή βία, τη βία κατά των γυναικών, την ομοφοβία κτλ.

«Τα παιδιά δεν έχουν χρόνο να χάσουν μελετώντας τον Επιτάφιο και την Αντιγόνη» ξαμολιέται ο ΤΘ, «έχουν όμως χρόνο να αφιερώσουν στην τελευταία ψυχοκοινωνιολογική μεταμοντέρνα μπούρδα για την “έμφυλη ταυτότητα”. Θα μου πείτε, έχει μεγαλύτερη σημασία η στριμμένη πριγκίπισσα της Θήβας από το σωματάκι του Κωστάκη;»

Ότι η «μπούρδα» έμφυλη ταυτότητα, το κοινωνικό φύλο, αποτελεί εδώ και δεκαετίες γνωστικό αντικείμενο που διδάσκεται στα δυτικά πανεπιστήμια έστω ότι δεν τον απασχολεί τον ΤΘ, ή πάντως διαφωνεί απολύτως.

Όμως, την ίδια ώρα που ανευθυνολογεί ειρωνευόμενος ο Τάκης, ένας τουλάχιστον Κωστάκης σε κάθε σχολείο, αν όχι σε κάθε τάξη, σταυρώνεται καθημερινά από τους συμμαθητές του, τη γειτονιά, τ’ αδέρφια ή και τους γονείς στο σπίτι.

Ψιλά γράμματα για Τάκη.

buzz it!

9/2/17

Αμάν, ο Γκρίνγκλις!



Στο Πρώτο Θέμα, την εφημερίδα που τάχτηκε να φυλάττει Θερμοπύλες, πάσης φύσεως, και γλωσσικές εννοείται, διαβάζουμε (30/1) για ένα καινούριο παιδικό βιβλίο, με τίτλο Έχω τις λέξεις σου, όπου

«Δύο μικρά παιδιά, ο Δίφθογγος και η Λέξη, μεγαλώνουν στη χώρα Αβουγουδουέ... Σε κάθε πάρκο της υπάρχει κι ένα τετράγωνο πηγάδι. Εκεί ζει ο Ημιμάθειας που τα ξεγελά και κλέβει τα παιχνίδια τους, για να χαθούν οι λέξεις τους και να βασιλέψει ο γιος του Γκρίνγκλις.

»Ένα απόγευμα ο κεντρικός ήρωας χάνει τις λέξεις του. Η αγάπη για την φίλη του τον οδηγεί στην αναζήτησή του να τις βρει. Στην περιπέτειά του συναντά την γιαγιά-Γραμματική, τις ξεχασμένες Προσωδίες, τον κύκλωπα Λάθος.

»Μοναχικό το ταξίδι του και δύσκολο, μα καταλαβαίνει ότι δεν είναι μόνο οι δικές του οι λέξεις που πρέπει να ελευθερώσει αλλά όλων των παιδιών. Θα τα καταφέρει;»

Κλεμμένα παιχνίδια, λέξεις που χάνονται, προσωδίες που είχαν χαθεί, ταξίδι αναζήτησης και κυρίως αποστολή απελευθέρωσης των λέξεων, ο μόνος αρμόδιος για την παρουσίαση ενός τέτοιου βιβλίου είναι προφανώς ένας αστυνομικός συντάκτης! Οπότε, Πάνος Σόμπολος, πρύτανης των αστυνομικών συντακτών και πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ. Και μαζί και ένα μέλος του Πειθαρχικού της ΕΣΗΕΑ.

Σεξιστικός, φοβάμαι, ο αποκλεισμός της Νικολούλη, ή και της Πάμε Πακέτο.

buzz it!

5/2/17

Η Κοκκινοσκουφίτσα ΕΡΤ στο δάσος με τους φιλοναζιστικούς λύκους

(Εφημερίδα των συντακτών 4 Φεβρ. 2017, εδώ με προσθήκες)



Η ΕΡΤ είναι το θέμα, η κρατική τηλεόραση, το λέω απ’ την αρχή αρχή· η ΕΡΤ θεούσα, όπως είδαμε πολλές φορές, η ΕΡΤ προαγωγός της Χρυσής Αυγής, όπως επίσης είδαμε πολλές φορές, με τις τυφλά «νομότυπες» αναμεταδόσεις κάθε φιέστας της νεοναζιστικής οργάνωσης, η ΕΡΤ τώρα διαφημίστρια και πλυντήριο εκδοτικού οίκου βιβλίων φιλοναζιστικού περιεχομένου, και μαζί της «σχολής» του Άδωνη Γεωργιάδη.

Η «σχολή», θου Κύριε, είναι η «Ελληνική Αγωγή», όπου διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά επιπέδου Άδωνη, ως προς τον ιδεογλωσσικό προσανατολισμό εννοώ, με διδασκάλισσα την πρωθιέρεια της παρετυμολογίας, γενικότερα της παραγλωσσολογίας, Άννα Τζιροπούλου-Ευσταθίου, που ακόμα και ο Μπαμπινιώτης την πήρε κάποτε απ’ τα μούτρα.

Και ο εκδοτικός οίκος είναι το Ήλεκτρον, που έχει μότο στην ιστοσελίδα του: «Έσο υπερήφανος που είσαι Έλλην» (σε πολυτονικό, εννοείται, αλλά με 3 λάθη τονισμού στις 5 λέξεις!), εκδοτικός οίκος, όπως αυτοσυστήνεται, που «δεν είναι απλώς μία εμπορική επιχείρησις. Σκοπός της υπάρξεώς του είναι η “ΕΠΑΝΕΛΛΗΝΙΣΙΣ” των Ελλήνων και η κατανόησις της ταυτότητάς μας με όλο το βάρος της ιστορίας μας. Είναι ένα “ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ” που επιδιώκει να μεταλαμπαδεύση στους Έλληνες φως Αληθείας και Γνώσεως…» Συνεννοηθήκαμε, νομίζω.

«Επανελλήνισις» εξάλλου είναι το «πρόγραμμα» (και σχετική τηλεοπτική εκπομπή) του Κωνσταντίνου Πλεύρη. Του οποίου τα γνωστά έργα εκδίδει το Ήλεκτρον (που επίσης διακινεί τις εκδόσεις Γεωργιάδη). Ξανασυνεννοηθήκαμε, χωρίς πολλά πολλά.

Του οποίου Ήλεκτρου οι εκδόσεις παρουσιάστηκαν στην «αλυσίδα πολιτισμού» Ιανός στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, σε σειρά εκδηλώσεων με «Γνήσιους Έλληνες». Ξαναματασυνεννοηθήκαμε.

Του οποίου Ιανού τώρα είναι γνωστή η «φιλεργατική» πολιτική, με τα μηχανάκια-μετρητές πωλήσεων που είχε κρεμάσει στον λαιμό των εργαζομένων του, γνωστή και η καταδίκη για ξέπλυμα μαύρου χρήματος στην υπόθεση Τσοχατζόπουλου. (Αυτά τα λίγα του Ιανού, αφιερωμένα εξαιρετικά σε όσους εξακολουθούν να τον ξεπλένουν, παρουσιάζοντας εκεί τη δουλειά τους, όπως καληώρα, τούτες μόλις τις μέρες, και πρώην υπουργός της αριστερογενούς πάντως κυβέρνησής μας.) Παρασυνεννοηθήκαμε, φτάνει.

Η ΕΡΤ, είπαμε, μας ενδιαφέρει, η κρατική τηλεόραση. Που σε πολιτιστική εκπομπή της παρουσίασε ένα ογκώδες πόνημα μιας μαθήτριας της Ελληνικής Αγωγής και της κυρίας Τζιροπούλου, της «Θεοφανούς», εμ πώς αλλιώς, Πολυμέρη, με την ετυμολογία για 1.500 κύρια ονόματα και τοπωνύμια των ομηρικών επών, εκδόσεις Ήλεκτρον.

Στο φόντο, γιγαντιαία προβολή του εξωφύλλου, και δίπλα ακριβώς, αχρείαστα εντελώς, μας ξαναδίνει η ΕΡΤ τα ίδια στοιχεία του τίτλου, με σάλτσα την τσαπατσουλιά της: «Ετυμολογία κυρίων ονομάτων και τοπΟνυμίων των ομηρικών επών»· και στο κάτω μέρος της οθόνης: «1.500 κύρια ονόματα και τοπΟνύμια σε ένα σύγγραΜα για τα ομηρικά έπη», αργότερα: «Ετυμολογία κυρίων ονομάτων και τοπΟνυμίων των ομηρικών επών της Θεοφανούς Πολυμέρη», κάποια στιγμή διορθώθηκαν, στο κάτω μέρος, τα τοπωνύμια αλλά ποτέ το «σύγγραμα» –και ποτέ τα «τοπΟνύμια» στο φόντο.

Τις συστάσεις τις κάνει ένας εντυπωσιακά στομφώδης και αμετροεπής παρουσιαστής, ονόματι Ανδρέας Ροδίτης, που ίδια περίπου εκστασιάζεται μπροστά στη Φαραντούρη αλλά και στον Πασχάλη Αρβανιτίδη, τον οποίο καλεί  να μας δίνει δύναμη με τα τραγούδια του που τόσο αγαπάμε! Η κ. Θεοφανώ Πολυμέρη (ΘΠ), μας λέει, είναι κόρη του Φώτη Πολυμέρη, που «υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους τροβαδούρους που πέρασε από αυτό τον τόπο, μ’ ένα πολύ σπουδαίο έργο [...], από αυτούς τους κυρίους, Θεοφανώ, ήταν ένας κύριος [αργά και με περισσότερο στόμφο], ένας ταλαντούχος κύριος…» κτλ.· έπειτα, η κ. ΘΠ είναι σύζυγος «ενός από τους σημαντικότερους μουσικούς», που είναι προσωπικός φίλος του κ. Ροδίτη –ο οποίος, παραταύτα, τελείως τυχαία έπεσε στο ίντερνετ πάνω στο έργο της κ. ΘΠ. Και εντυπωσιάστηκε που «ένα νέο κορίτσι», και ξανά «το κορίτσι», έκανε ένα τέτοιο έργο! (Λεπτομέρεια, η κ. Πολυμέρη νέα είναι, κορίτσι δεν είναι, άλλωστε δηλώνει η ίδια ευθαρσώς την ηλικία της στο ίντερνετ: «εγεννήθη το 1964», έστω όμως το «νέο κορίτσι» άλλο ένα δείγμα της αμετροέπειας του παρουσιαστή –σαν τον άλλο, τον Σπύρο Παπαδόπουλο, θυμάμαι τώρα, που αναφωνεί: «Μπράβο, κοριτσάρα μου!» στον ζωντανό θρύλο Ξανθίππη Καραθανάση!)

Η οποία κ. ΘΠ σπούδασε, μας λέει τώρα η ίδια, «computer science, προγραμματισμό υπολογιστών» (στο Hunter College του City University of New York, γράφει στο σάιτ του Ήλεκτρου),[1] και μουσική, είχε όμως «τη μεγάλη ευτυχία και χαρά» να παρακολουθήσει έναν «τριετή κύκλο σπουδών εκμαθήσεως της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με τη σπουδαία φιλόλογο, την κυρία Τζιροπούλου», η οποία και την παρότρυνε να προχωρήσει σ’ αυτό το εγχείρημα, να ετυμολογήσει όλα τα ονόματα των ομηρικών επών.

«Κάτι το οποίο αποδεικνύει ότι τελικά ο Νεοέλληνας μιλάει ομηρικά;» ρωτάει ξαφνικά η συμπαρουσιάστρια.

«Ε βέβαια» επιβεβαιώνει η κ. ΘΠ, «αυτή είναι η ομορφιά σ’ αυτή την εργασία· θεωρούμε ότι δεν γνωρίζουμε καλά την αρχαία ελληνική, ενώ από το “καλημέρα” που λέμε, μιλάμε ομηρικά δίχως να το γνωρίζουμε.»

«Να πούμε, ομηρικά μιλούν οι Κύπριοι» παίρνει τη σκυτάλη ο παρουσιαστής, κι εγώ σας ορκίζομαι ότι δεν παραλείπω τίποτε από την ουσία, δηλαδή από το «αποδεικτικό υλικό» για το ότι μιλάμε ομηρικά· «ομηρικά μιλούν οι Πόντιοι» συνεχίζει, «ομηρικά μιλάει το Αιγαίο, ομηρικά μιλάνε όλοι…»· και παίρνει στροφή τώρα, καθώς κάτι κάπου άρπαξε τ’ αφτί του: «απλώς, και μην τρομάζουμε, έλεγε ο Τσαρούχης να μην τρομάζουμε, όταν ακούμε διάφορες εκφορές [!] από την ευρωπαϊκή γλώσσα, ή κάποια αρχικά: YOLO –δεν είναι κακό, δεν πειράζουν καμία γλώσσα· μία τόσο βαθιά γλώσσα, η σημαντικότερη του πλανήτη μαζί με την κινέζικη, δεν μπορεί να πειραχτεί, αν μπούνε και είκοσι –και δάνεια έχουμε από την τουρκική –»· εδώ σαν να ξινίζει η κ. ΘΠ: «αυτοί έχουν δάνεια από μας»· «και έχουν δάνεια από μας», συμφωνεί ο παρουσιαστής.

Το μονόπρακτο βαίνει προς το τέλος του. Η ερευνήτρια δηλώνει πως έχει προσθέσει και εγκυκλοπαιδικά στοιχεία, πληροφορίες, περιλήψεις των ραψωδιών κτλ. «Μαθαίνουμε λοιπόν την ιστορία, τη γεωγραφία, τη γλώσσα μας» συμπεραίνει η συμπαρουσιάστρια.

«Βεβαίως, και όχι μόνο» επαυξάνει η κ. ΘΠ: «Ξαναθυμόμαστε το αξιακό σύστημα που διαβιβάζει ο Όμηρος μέσα από τα έπη, διότι θεωρώ ότι πρωτίστως αυτή η κρίση που βιώνουμε είναι αξιακή, γι’ αυτό υπάρχει και μια γενικευμένη παρακμή, σε όλα τα επίπεδα δυστυχώς του βίου, και είναι μια ωραία ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε αυτά που πρέπει».

«Με τέτοια βιβλία αποδεικνύεται η συνέχεια μέσα στους αιώνες», επιχειρεί να αρθρώσει στο τέλος ο παρουσιαστής, γιατί: «Όποιος μας πειράξει τη γλώσσα, διέλυσε το κράτος, τον ελληνισμό, το έθνος. Γι’ αυτό λοιπόν η γλώσσα μας δεν μπορεί να πειραχτεί, όσοι ενδιαφέρονται για το βιβλίο…» κτλ.

Αυλαία. Τραγωδίας; κωμωδίας; τραγικωμωδίας; Όπως το πάρετε.

Ως προς την κρατική όμως τηλεόραση, τραγωδία, χωρίς υπερβολή, ας μου επιτραπεί να επιμείνω.




[1] Στο σύντομο βιογραφικό της κ. ΘΠ στην ιστοσελίδα του Ήλεκτρου, που καταλήγει: «Επίσης πολυτονίζει τα τελευταία έτη συγγράμματα για διαφόρους εκδοτικούς οίκους», μέτρησα 13 λάθη τονισμού (χώρια από ορθογραφικά και συντακτικά).

buzz it!